Κυριακή 12 Ιουλίου 2009

To Μπρόεμαν

Μπορεί στην Κύπρον να σας ιψήννει το καλοτζιαίριν, πάνω στες Άλπεις η θερμοκρασία τωρά εν όπως τ'Απρίλλη στη Χώραν.

Το ότι θερίζουμεν τωρά το χωράφιν μας όπως εκάμναν στον παλιόν τζιαιρόν πριν 40 χρόνια, έκαμεν την βιοποικηλότηταν να εκραγεί. Σιλιάδες πεταλλούδες (πεταλλίνες όπς ελάλεν ο Πάυλος Λιασίδης) πετούν τζιαι κάμνουν μου την καρκιάν μου να αννοίει φύλλα φύλλα. Φέτη θα έχουμεν 10 με 15 φορές παραπάνω που άλλες χρονιές.


Ήρτεν τζιαι ο κοτσινονούρης μας τζιαι εφούλιασεν πουπάνω που την πόρταν της εισόδου μας. Εξιπούλιασεν τα αυκά του τζιαι τα πουλλούθκια τιστιρίζουν σαν τα πελλά κάθε πον να τους φέρει η μάνα τους η ο τζιύρης τους έναν σκουλουκούιν να φάσιν. Σήμερα μόλις με είδεν το θυλικόν, εφοήθηκεν. Ήρτεν τζιαι έκατσεν δίπλα μου τζιαι έπεζεν το κουτσόφτερον για να βουρήσω να το πιάσω. Εν η στρατηγική τους για να απομακρύνουν τους παρείσακτους. Πέρσι μόλις ενεφουλήσαν το πουλλούθκια τζιαι εξιστρουφκιάσαν, εφέρμαρεν τα ένας κάττος. Επαρακολούθησα για μισήν ώραν την φάσην. Οι γονιοί των πουλλουθκιών επαραπλανήσαν τον κάττον τζιαι επήραν τον 300 μέτρα τζιείττε μέρου παριστάνοντας τα κουτσόφτερα. Εγλυτώσαν τα νεογέννητα.

Εχτές μόλις εκόντεψα του σπιθκιού εξιφαράσαν καμιάν θκιακοσιάν πεταλλούδες. Επετούσαν γυρόν γυρόν μου σαν να τζιαι είμουν σε έργον του Ντίσνευ. Το αλαφροπέτημαν των πεταλλούδων αλάφρυνεν μου τες σκοτούρες. Ότι βάρος έφερα που την δουλειάν, επέτισεν τζιαι αλάφρυνεν μου την καρκιά μου.

Έτσι αυθόρμητα ήρτεν εις τον νούν μου το πιό όμορφον ποίημαν που ένοιωσα ποττέ μου. Έγραψεν το ο Πάυλος Λιασίδης τζιαι εδημοσίευσεν το το 1947.

Το μπρόεμαν

Χαρείτε πεταλλίνες της μανιέρας,
μέσα στου δίτζιου τ΄άγιον φως του αθανάτου,
σήμμερα πον νεν΄μαεμμένον του ψεμάτου,
με κρούζει μήτε σβήννει τ΄ο αέρας.

Τζι εσεις νεκροί της φτώσειας της εείας,
απού τα μνήματα ξεβάτε, αναστηθήται,
στον Ιουρτάνην ποταμόν να βαφτιστείται.
αθάνατοι μιας νέας ιστορίας.

Ντυμένοι ούλοι ρούχα χαλαζένα,
κότσινοι γοιόν τα μουσκοκάρκια οι ογρές σας,
ρέμαν αγάπης νιοφερμένες οι ψυσιές σας,
στο μνήμαν τα παλιά σας περασμένα.

Εν δέκα το ρολόιν που μας κάμνει,
των συννεφκιών χα, χα να βκει πκιον η ψυσιή τους,
η ώρα δώδεκα εν να ΄ναι τζι ή ταφή τους,
να λείψει της ζωής η πικροδάμνη.

Οι βρύσες ενν΄αννοίξουσιν της ζήσης,
να πλυμανίσκουν πόλα σέλα τα χωράφκια,
Με κκιλιππίρκα να ΄σιει πκιον μήτε κκεσάδκια,
γιατρί να μεν σ΄΄αφήννουν ν΄αρρωστήσεις.

Ναν΄ο Θεός σαν νους στην επιστήμην,
να ΄νε ολόγρουσ΄ έποχή τζιαιρός των φώτων,
που δύσην ως ανατολήν, βορκάν ως νότον,
ναν΄ένας ουρανός όπως τ΄ασήμιν.

Το ποίημαν του Λιασίδη έκαμεν με να μελαγχολήσω. Πολλές που τες εικόνες του ποιήματος εγίναν αίσθηση ζώντας τες σε ατομικόν επίπεδον. Έθελα να σιει έναν κόμμαν νέου τύπου που να με κάμει να πιστέψω ότι αν δώκω ούλλην μου την ενέργειαν τζιαι ούλλην την δύναμην του έρωταν που μπορεί να έχω, μπορεί το ποίημαν να γίνει ζωή τζιαι αίσθηση συλλογική.

3 σχόλια:

Eva Neocleous είπε...

Οι πεταλούδες σου εξαιρετικές,
απεικόνιση ποιητική οι φωτογραφίες σου!
Ο Λιασίδης από τους πιο σημαντικούς διαλεκτικούς μας ποιητές.Η ποίησή του ξεχωρίζει για τον πηγαίο λυρισμό της αλλά κυρίως για τον έντονο κοινωνικό προβληματισμό.Αυτό φαίνεται και στο "Μπρόεμαν".Ευαισθησία,όραμα για ένα κόσμο ισότητας και δικαιοσύνης...
Λες "Έθελα να σιει έναν κόμμαν νέου τύπου"...
Από μόνο του θα γίνει;

stalamatia είπε...

Εν υπέροχες οι φωτογραφίες σου εν τόσο ζωντανές!!!.Αν ήταν μέλισσα πάνω στο λουλούδι ήταν να σου ζητήσω να την πάρω και να τη κάνω επαγγελματική καρτούα για τα μελίσσια μου.

ρίτσα είπε...

είναι πολλά όμορφα τούτα που μας δείχνεις.σιέρουμαι πολλά.του χρόνου αν μιλούμε ακόμα να έρτω ταξίδι στην ελβετία και να σε επισκεφτώ; πρέπει να έσιει αγροτουριστικά καταλύματα σε έτσι όμορφα μέρη ένε;

η φωτογραφία του κοτσινονούρη δεν εμφανίζεται.εν η πέρδικα; επειδή ξέρω ότι οι πέρτικες κάμνουν τες κουτσόφτερες για άμυνα