Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2007

Οι σνομπ στην Πολη

Το κείμενο αυτό το έγραψα πρίν τις δημοτικές εκλογές αλλά το άφησα θαμένο στα παλιά μου τα αρχεία. Παρόλο που θέλω να δημοσιέυω μόνο παραμύθια στο Μπλογκ μου, διαβάζοντας ένα κείμενο του Αδαή που μου άρεσεν, αποφάσισα να του το αφιερώσω. Τό δημοσιέυω λοπόν για λίγες μέρες.

Όταν οι γάλλοι θέλουν να ορίσουν τη λέξη snob (sans noblesse – χωρίς αριστοκρατική συμπεριφορά), διηγούνται την ιστορια της κυρίας με το σκυλάκι. Όταν η κυρία τέλειωσε την επίσκεψη της στην ιδιοκτήτρια του δίστυχου ζώου και σηκώθηκε για να φύγει, αντελήφθη ότι στον καναπέ, ένα σκυλάκι Σιηουάουα που κοιμόταν ξέγνοιαστο ξεψύχισε από ασφυξία κάτω από τα 80 της κιλά. Το παίρνει χωρίς να χάσει την ψυχραιμία της, το βάζει διακριτικά στη τσάντα της και το πετάει στον πρώτο κάλαθο των αχρήστων που βρίσκει στο δρόμο. Στα κυπριακά σαλόνια βέβαια, η αντίδραση ίσως να ήταν διαφορετική. Αλλος κόσμος, άλλα ήθη. Η κυρία ίσως να έλεγε « δεν πειράζει μάνα μου, να σου γοράσω άλλον…».

Τον σνομπισμό της δικής μας « αριστοκρατίας » τον διαγράφει καλύτερα μια κυπριακή ιστορία : μιά κυρία με πολύ δραστήρια φιλόπτωχη δράση, όταν πήγαινε σε συνεδρία όπου καλεσμένη ήταν και η κυρία Μιμή Κυπριανού, παιρνούσε πρώτα από την τράπεζα για να πάρει το διαμαντάκι της από το θυσαυροφυλάκιο. Στην αίθουσα διάλεγε ένα ηλιόλουστο μέρος. Με το διαμάντινο δακτυλίδι κατέυθεινε τις ακτίνες του ήλιου στο μάτι της κυρίας Κυπριανού για να της δίξει ποιά είναι και από πού έρχεται.

Παλιά αριστοκρατία, παλιές ιστορίες. Στα μοντέρνα σαλόνια τέτοιες βλακείες τις διηγούνται για να γελούν. Όποιος σήμερα χρησημοποιεί τον πλούτο σαν μέσο για να ξεχωρίσει θεωρείται τουλάχιστον ηλήθιος. Οι μοντέρνοι snob είναι μέρος μιας καινούριας κοινωνικής ομάδας που στην Γαλλία τους ονομάζουν « bobo » : από το μπουρζουάδες και μποέμηδες. Με ελεύθερα κοινωνικά ήθη, οι bobo ξεχωρίζουν για την εκλεκτική τους καλλιέργεια. Ο κύπριος bobo βλέπει γαλλικό κινηματογράφο, ενδιαφέρεται για τα αρχαία και για το περιβάλλον, πηγαίνει εκδρομή το σαββατοκυρίακο στην Φικάρδου, εκτιμά τις παλαιές πόρτες και τα στενά δρομάκια, τρώει βιολογικά λάχανα και πίνει κρασί περιορισμένου αριθμού φιαλών, αντί για φάρμακα χρησημοποιεί θεραπευτικά βότανα, ομοιοπαθητικά και αγιουρβεντά απο την Ινδία. Πηγαίνει στον Ιριδανό ή σε άλλα εναλλαχτικά στέκια για να ακούσει Σαββόπουλο και ρεμπέτικο. Αν δεν δουλεύει στο δημόσιο, στους ιμικρατικούς, ή σε καμιά τράπεζα, ο μποέμης μπουρζουάς έχει δικό του ιατρείο,δικηγορικό ή λογιστικό γραφείο. Μπορεί να δουλεύει και σε κανένα κανάλι η μεγάλη εφημερίδα. Έχει δηλαδή να φάει και να πετάξει, και κυρίως δεν έχει ανάγκη κανέναν. Ταξιδεύει στα νησιά, στην ευρώπη και την ανατολική Ασία για να γνωρίσει τον κόσμο, μακρυά απο τη λίγδα του μαζικού τουρισμού. Απεχθάνεται πρώτα και κύρια τους όμοιους του, τους bobo. Τους θεωρεί ψηλομήτες και αππωμένους. Αππωμένος, αυτό είναι το κύριο χαρακτηριστικό του bobo, είτε Κύπριος είναι είτε Γάλλος. Μισεί τα κόμματα. Για αυτόν η διαχωριστική γραμμή που ξεχωρίζει την αριστερά από τη δεξιά είναι τόσο έντονη όσο και η διαφορά μεταξύ του bobo – bourgeois bohème και του bobo – bourgeois bolchevique. Θεωρεί τους πολιτικούς σαν αδέξιους νάρκισσους και τους υποτιμά μέχρι αηδίας, ως την ημέρα που θα τους χρειαστεί για να του δώσουν κανένα υψηλόβαθμο πόστο, ή για να τον συμπεριλάβουν σε κομματικό ψηφοδέλτιο.

Οι bobo μπορεί να μήν έχουν παντελώς διεισδύσει στους μηχανισμούς εξουσίας, αυτοί όμως καθορίζουν τις τάσεις, την μόδα, αυτοί δίνουν το ρυθμό. Στο δημοψήφισμα, είτε ήταν με το ΝΑΙ για να ξεχωρίσουν από τους καθυστεριμένους τριτοκοσμικούς εθνικιστές, είτε ήταν με το ΟΧΙ για μην έρθουν οι Τούρκοι από δω και να τους πάρουν κανένα προνόμιο. Δεν είναι σπάνιο, αν έχουν κανένα πλεονέκτημα να χάσουν, οι « νενέκες » bobo να έχουν αλλάξει και να κρύβουν τι έπραξαν στην κρίσιμη εκείνη μέρα. Έτσι και αλοιώς ο bobo κριτικάρει και υποτιμά τους πάντες μέχρι που να τους χρειαστεί.

Οι bobo αρέσουν, και γιατί είναι μποέμηδες, αλλά και γιατί είναι μπουρζουάδες. Ποιός δεν ονειρεύεται να μοιάσει με την πρόσοψη που επιδείχνουν. Από την πρώτη μέρα του σχολείου μας παιδεύουν γονείς και δασκάλοι ότι πρέπει να πετύχουμε, να φτάσουμε ψηλά. Οι bobo πέτυχαν, ζουν όμορφα και ωράια.

Αποφάσισα να γράψω αυτό το κείμενο αυτό βλέποντας τον συνοστισμό των « ανεξάρτητων » υποψηφίων για την δήμο Λευκωσίας. Παρ΄όλο που μποέμικες ιδέες μου αρέσουν, νομίζω ότι είναι επικίνδυνο να βάλουμε ένα η μία bobo στη θέση του Δημάρχου. Όχι γιατί είναι κακό ένας άνθρωπος να έχει bobo συνήθειες. Έτσι και αλοιώς ο καθένας μας που έκανε μια σπουδή είναι λίγο πολύ bobo. Ούτε και γιατί είναι άνομο ένας μορφωμένος εκλεκτικός άνθρωπος να διψάει για το θαυμασμό και τη δόξα που επιφέρει ένα δημόσιο αξίωμα. ΄Ετσι και αλοιώς όποιος τρέχει πίσω από τα δημόσια αξιώματα, είτε πολιτικός είναι είτε όχι, έχει μεγάλη έγνοια να αρέσει. Όσο και να μην το λέει, οι γιγάντιες αφίσες που στολίζουν την πόλη, και τα πορτραίτα με την εικόνα του που γεμίζουν τις εφημερίδες και τις οθόνες, του δίνουν χαρά μεγάλη. Όταν όμως κάποιος μείνει σε αυτό τα στάδιο, ή όταν δεν έχει συνείδηση από αυτή του την ανάγκη, τότε πάσχει, και stateman ή statewoman δεν θα γίνει ποτέ. Το να αρέσει κάποιος, ιδίως κάποιος bobo, είναι εύκολο. Το να γίνει στοχαστής ιδεών μεγάλων, οργανωτής έργων κολοσσαίων και φίλος του κόσμου όλου, είναι πιο δύσκολη υπόθεση. Με ανησυχεί που οι bobo αρέσουν στους snob και στα σαλόνια. Άν η αριστοκρατία και οι snob βγάλουν δήμαρχο bobo, η Λευκωσία κινδυνεύει να υποστεί άλλα 5 χρόνια μέτριας και ανούσιας ανάπτυξης, με δήμαρχο που θα περνάει την ώρα του στα σαλόνια και στα πολιτιστικά « events ».

Το άρθρο αυτό είναι επιστολή υποστήρηξης προς την Ελένη Μάυρου. Είναι από τους λίγους πολιτικούς που απέδειξαν σε ανύποπτο χρόνο πως έχουν ξεπεράσει το στάδιο του να αρέσουν. Όταν οι άλλοι λούφαζαν ή θυσαύριζαν στο χρηματηστήριο, η τετραγωνική σκέψη της Ελένης την κράτησε ενάντια στη χείμερα που κατάστρεψε τους φτωχούς στην κρίση και στο πνέυμα, και ας μην άρεσε. Τότες. Όταν οι πυραύλοι προκάλεσαν εθισμό στην σκέψη και στην κρίση ακόμα και των αριστερών, η πιθαγόρια κρίση της Ελένης οδήγησε τη δράση της εναντίον του ρέυματος, και πάλιν ας μην άρεσε.Τότες. Όταν τώρα η ιδέα της διχοτόμησης γλυκοχαϊδεύει τη σκέψη των πολλών, η Ελένη πάλιν αντιστέκεται και κάνει προγράμματα που θα προετοιμάσουν την μοιρασμένη πόλη να ξαναενωθεί. Η Λευκωσία δεν χρειάζεται λοούθκια μποέμικα, χρειάζεται δήμαρχο πολιτικό με κότσια, και η Ελένη είναι η μόνη που τα έχει.

2 σχόλια:

Psychia είπε...

Στέκομαι ίσια πάνω τζαι χειροκροτώ με πάθος.

Aceras Anthropophorum είπε...

Υποκλίνομαι με χαρά.