Αυτόν που αποφάσισες να γινείς κάπου μετά που έπαιξεν το παρούτιν δεν είναι η Κύπρος που αγάπησα.
Έτσι που είσαι τωρά δεν σε θέλω. Δεν μου αρέσκεις.
Ο Aceras Anthropophorum δεν υπάρχει πκιον. Εφτζιόρωσεν που το γαίμαν του. Δεν έχει κάτι καλλύττερον να δώσει. Ότι είχεν το καλόν έδειξεν το. Τζιαι ότι μπόρει να δείξει δεν μπορεί να φανεί όταν μια στες τρεις λάμπες έμεινεν σβηστή. Μια άρρωστη ψηφιακή σχέση κάμνει την πραγματικήν απόλαυσην να αιμορραγεί. Δεν την θέλω άλλον αυτήν την σχέσην όπως είναι.
Εσκέφτηκα να κλείσω το blog. Μετά είπα «γιατί να σκοτώσω την ανάμνησην του ότι καλού εζήσαμεν ψηφιακά μαζίν;». Αφήννω το δαμαί. Ας αποφασίσει το google τι θα κάμει με έναν blog που δεν αναπνέει.
Κύπρος που αγάπησα, αν αθθίσεις πάλε τζιαι ζιεις χαρούμενη θα χαρώ ξανά τζιαι γιώ. Είτε κοντά σου είμαι, είτε στην ψυχρή τζιαι πένθυμην για σέναν Ελβετίαν.
Τωρά έχεις πολλήν δουλειάν να γλύψεις τες πληγές σου. Να μεν σε σκοτίζω τζιαι γώ με τες παραξενιές μου από την στιγμήν που δεν έχω τίποτε το ουσιαστικόν να σου προσφέρω. Εξάλλου έχω τζιαι γώ τες δικές μου. Τζιαι ο πόνος γίνεται ανυπόφορος άμαν τες παραγνωρίζεις. Δεν είναι δίκαιον να φορτώννουμεν τα κακά του ο ένας του άλλου. Ότι καλόν είχα να σου δώκω έδωκα σου το. Άλλον δεν έχω.
Ότι κακόν εγίνην μετά την έκρηξην στο Μαρί θα το φάει κάποιαν στιγμήν ο χρόνος. Ότι καλόν είμαστιν, ότι καλόν εγινήκαμεν, θα μείνει τζιαι θα συνεχίσει να ζιεί στην μνήμην μας αλλού, αλλιώς, με τα απομεινάρκα αυτού του blog για μάρτυραν.
Να είσαι καλά Κύπρος που αγάπησα, Κύπρος που αγαπώ.