Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2007

Το βοσκαρέτην (πρώτον τζαι δεύτερον μέρος)


Πρώτον μέρος


Ο Γιαννής του Λύμπουρα ήταν έναν βοσκαρέτιν που εδίαν την ζωήν του για τες αίγιες του. Εξαπόλυσεν το σκολείον που τα 13 του. Οι δασκάλοι εμαθαίναν του γή πράματα που έξερεν γή πράματα που εν είχαν ζωήν τζαι κάμναν τον τζιαι δισπύρκαν. Για καμόσον τζαιρόν επήαιννεν σκολείον τζαι έβαλλεν που το έναν τζαι έφκαλλεν που το άλλον ώστι τζαι μιαν ημέραν εβαρέθηκεν τζιαι ξαπόλισεν τα τέλεια.

Η κάθε αίγια του Γιαννή ήταν διαφορετική, όι μόνον στο χρώμαν, στο μάκρος των φκιών της, το σχήμαν των τζιέρράτων της. Την πραγματικήν τους διαφοράν δεν την εθώρες. Ένωθες την. Έζιες την. Εθκιάβαζες την μες τα συστήματα του κάθε χτηνού.

Αν αρώτας έναν ανίδεον ποιά εν η διαφορά της Κότσιηνης που την Μαριούν, ήταν να σου πεί η Κότσιηνη έσιει τζιέρρατα κλωστρά ενώ η Μαριού έσιει τζιέρρατα ίσια, πως η μιά εν μονόχρωμη ενώ η άλλη εν πατσάλα. Που να καταλάβει ότι έπρεπεν να τους τζίσεις πας τα βιζιά για να νώσεις την ιδιοσυγκρασίαν τους.

Η Μαριού ήταν ευκολόγαλη. Ακόμα τζαι ένας γαλευτής πρωτάρης εμπόριεν να την γαλέψει με δίχα να την κάμει να πονήσει. Η Κότσιηνη είσιεν βυζίν σκνηφόν τζαι το γάλεμαν της έθελεν τρόπον. Να την έσφιγγες έναν αέραν παραπάνω εδίαν κλωτσιάν της σίκλας τζι επουκούππιζεν το γάλαν. Η Μαριού ήταν δώρον του μακαρίτη του παππού του. Πριν να ξικουπαθκιάσει, εδκιάλεξεν το ρίφιν του καλλύττερου του χτηνού τζαι έδωκεν του το για αγγονίν. Ήταν ίλαρον χτηνόν διότι εταΐστην με το πιπερόν τζαι εσυνδέθην διαφορετικά με τον άθρωπον. Την μάναν της έδωκεν την του παππού του για αγγονίν ένας παπάς που την Πιτσιλιάν που εκράταν την ράτσαν για κρυφόν καμάριν τζαι εδίαν ρίφιν μόνον σε αθρώπους που εσέβουνταν τα χτηνά σαν τα πλάσματα. Εδίαν 1 ½ οκκάν γάλαν κάθε γάλεμαν.

Η Κότσιηνη όμως ήταν το αγαπημένον του χτηνόν. Εγόρασεν την που γίνην 10 χρονών τζιαι έσπασεν τον κουκουμάν με τες οικονομίες που εσύναξεν μπακκίρα μπακκίρα ως τότε. Ήταν χουηλλήνα τζαι μόνον του Γιαννή εκρόννετουν. Έζησεν ως 6 μμηνών σε κουπάιν τζιαι δεν έμαθεν με τα χάθκια τζαι πολλά σουρταφέρτα με τους αθρώπους. Ήταν σιεϊττάνικον χτηνόν τζαι δύσκολα εκοντέφκετουν που άλλον εκτός που τον Γιαννήν. Εν έτρωεν ότι τζαι νά’ναι τζαι μόνον μούττες εθκιάλεεν ψία τζαι ήτουν πριντζιπέσσα. Επροτίμαν να μείνει νηστιτζιή παρά να συνάξει ποστράσιηδα πατημένα. Γάλαν αν εδίαν μισήν οκκάν άντζιακκις, αλλά ήτουν γάλαν πασιύν ψία τζαι ήτουν της κουέλλας. Εγένναν γιά τρία γιά τέσσερα ρίφκια τζαι ενίωννεν τα ούλλα σαν τα αγρέλια τα ττορφαντά.

Οι θκυό τούτες αίγιες ήταν οι βασίλισσες του Γιαννή. Σκεδόν το μισόν κουπάιν ήταν κόρες, αγγόνισσες, ή δισάγγονα της μιάς, το άλλον μισόν της άλλης.

Ο Γιαννής ήταν πολλά μερακλής του πιδκιαβλιού. Άμαν νάϊν παίξει εμάεφκεν τζαι τους αθρώπους τζαι τα χτηνά.

Μιάν ημέραν έτσι δίμμαν νήλιου του καλοτζιαιρκού, έβοσιεν τα χτηνά πα σε κάτι στρασιήδκια. Επαρακολούθαν την ημέραν με την νύχταν που ετσακώννουνταν μες τον ορίζονταν της δύσης. Ελάλεν η νύχτα της ημέρας να ποσπάζεται τζαι ήρτεν η ώρα της, μα τζιείνη εβαρικόλιεν τζαι έθελεν να μείνει αλλό νάκκον. Στην πολλήν την ώραν, απού τα πολλά που εβαρέθην η νύχτα να καρτερά, έπιασεν έναν πινέλλον τζαι άρκεψεν να βάφφει τον ουρανόν. Ώς που να λαχτίσει η μέρα τζαι να πιάχει τον νήλιον να πάσιν να χωστούν πίσω που τον μακρόβουνον, η νύχτα εγιέμωσεν τον ουρανόν με φιούρες όμορφες τζαι χρωματιστές.

Το βοσκαρέτιν εθώρεν τες τζαι ποθάμμαζεν τες τζαι άννοιεν η καρκιά του φύλλα φύλλα. Έφκαλεν το πιθκιαβλούιν του τζαι άρκεψεν να σκεδιάζει παιγνίθκια μαστόρικα που εφκαίνναν που τα βάθη της ψυσιής του.

Η νύχτα που τον άκουσεν, εξαπόλισεν το πινέλλον τζι έμεινεν χάσκωντα μαεμμένη που την μουσικήν. Ύστερα επήεν κοντά του τζι έπιασεν τον κουβένταν

– Εν μιλιούνια γρόνια που κάθουμαι τζαι ζωγραφίζω τον ουρανόν κάθε δείλις. Άκουσα ποιητές να μου λαλούν λόγια όμορφα, είδα ζωγράφους να μάχουνται να ξανακάμνουν τα σχέδια μου, άκουσα ερωτευμένους, άλλους να μου λαλούν την χαράν τους, άλλους να μου λαλούν τον σεβντάν τους, έτσι μουσικήν να στολίζει τα σκέδια μου πρώτην φοράν ακούω.

Το βοσκαρέτιν ήταν λλίον αντροπιάρης. Άμαν άκουσεν τα λόγια της νύχτας εγίνην κατακότσιηνος που την σύχχυσην του.

– Εεε... Έμαθα που τον παππούν μου, λαλεί της, αμμά τούτον που έπαιξα έφκαλα το που εθώρουν τα σκέδια σου.

– Εννά σου πω έναν μυστικόν που μόνον αθρώποι δκιαλεχτοί εμάθαν το, λαλεί του η νύχτα. Άμαν νυχτώσει, να πελλετήσεις καλά πας τον ουρανόν τζαι εννά δεις την βρύσην της χαράς. Μόλις την δεις εν τζαι φαίνεται τζιαι τίποτε το σπουδαίον. Εν για τούτον που οι παραπάνω αθρώποι εν την επήραν χαπάριν. Άμαν θκυό πλάσματα χαμογελάσουν της την ίδιαν ώραν, αρκέφκει τζαι ξισιειλά. Τα δκυό πλάσματα γίνουνται ταίριν ο ένας του άλλου τζαι πιάννουν χαράν όσην θέλουν τζαι τζείνοι τζαι τα παιδκιά τους.

– Μα εγώ είμαι πλάσμαν μονασιηκόν, συντροφκιά μου εν οι σκέψεις μου τζαι το πιδκιάβλιν μου. Έ γίνεται να της χαμογελάσω της βρύσης μόνος μου;

Η νύχτα εν του πολοήθηκεν τζαι χάθηκεν πας τον ουρανόν.

Άμαν τζι έδυσεν σκεδόν τέλεια ο νήλιος, ελάμνησεν να μαντρίσει τες κουέλλες. Ώς που εσκέφτετουν τα λόγια της νύχτας, έπαιρνεν φώκον ο έρωτας που εκρυφοπαιρνεν μες την καρκιάν του για την κόρην του Παντελή του χτίστη. Εχαμοέλασεν της την λαμπρήν εις τον καλόν λόον, αλλά που τότες εν έτυχεν να την ιξαναδεί, τζι ας έρεξεν τριάντα φορές που το στενόν της.

Κοντεύκοντας στην μάντραν, κάτι εν επήεννεν καλά. Τα χτηνά εφαράσαν τζαι άμαν ενεφάναν τα στιάθκια επαλλουκώσαν τζαι εν εθέλαν να προχωρήσουν να μπουν έσσω. Επάνταν τα ποτζεί, επάνταν τα ποδά εσκοτώθηκεν να να τα μαντρίσει. Είσιεν τρία αυτοκίνητα τζαι πεντέξι αθρώπους ντυμένους με στολές άσπρες που εκρατούσαν κάτι ψεκαστήρες.

–Είσαι ο Ιωάννης Λύμπουρας του Παναγιώτου; Αρώτησεν τον ένας που εφόρεν κρεβάταν πουκάτω που την στολήν.

– Ναι εγιώ είμαι, ίνταν που συμβαίνει;

– Υπάρχει υποψία ότι το κοπάδιν σας πάσχει από αφθώδην πυρετόν. Επαρατηρήσατε τίποτε συμπτώματα κομμάρας, αδιαθεσίας, φουσκαλίδες πας την στοματικήν κοιλότηταν των ζώων σας;

– Τίποτε εν επαρατήρησα. Εξιμάντρισα τες σήμερα που το πρωΐν τζαι εδώκαν μες τα στρασιήθκια τα αβόσσιητα τζαι ετρώαν τες κουτσούλλες σαν τες πελλές.

– Εν πάσει περιπτώσει, δεν έχει σημασίαν αν είναι ντζισμένες ή όι, εβρέθην αφθώδης πυρετός στο χωρκόν τζαι πρέπει να θανατωθούν όλα τα ζώα σε ακτίναν 10 χιλιομέτρων.

– Να θανατωθούν; Μα τζαι οι δικές μου, οξά μόνον οι ντζισμένες; Εμέναν τα χτηνά μου εν καθαρά τζαι περιποιημένα σαν τα μωρά. Ποττέ εν μου αρώστησεν χτηνόν. Με βιζόπονον έπιαεν μου ποττέ αίγια, με απόστημαν έφκαλεν ποττέ χτηνόν, με τριχοφάν, με ψωρίασην. Ούτε φτείρες εν επιάσαν ποττέ τα χτηνά μου.

– Είναι διαταγή της κυβέρνησης σύμφωνα με ευρωπαϊκήν οδηγίαν. Τα χτηνά σε ακτίναν 10 χιλιομέτρων που την εστίαν της ασθένιας πρέπει να θανατωθούν.

– Να θανατωθούν; Μα σοβαρομιλάτε; Εν να μου σκοτώσετε τες αίγιες μου θέλεις να πεις;

– Αύριον πρωΐ δεν θα ξιμαντρίσετε τζαι θα έρτει ειδικός κασάπης να τες πέξει τζαι σιοίρος να τες θάψει σύμφωνα με τες υγειονομικές οδηγίες. Μετά η μάντρα θα απολυμανθεί τζαι σε 6 μήνες αν θέλετε μπορείτε να ξανακάμετε κοπάδιν με το βοήθημαν της κυβέρνησης. Τα ζώα θα αποζημιωθούν τζαι τα εισοδήματα σας για 6 μήνες θα σας καταβάλλονται από ευρωπαϊκήν χορηγία.

– Ας τα φαν εις την αρρώσκιαν τους. Εγώ με ριάλια εζήτησα με βοήθειαν θέλω που κανέναν. Να με αφήσουν ύσηχον θέλω με τα χτηνά μου τζαι αν αρρωστήσει κανέναν θωρούμεν.

– Μα κύριε δεν μπορείτε να αντιληφθείτε την σοβαρότηταν του ζητήματος. Για να μην ξαπλωθεί η αρρώστια πρέπει προληπτικά να θανατωθούν όλα τα ύποπτα ζώα.

– Μα ποια ύποπτα ζώα μου λαλείτε. Ήβρετε άρρωστον χτηνόν μες στο κουπάιν μου;

– Ακούστε κύριε, έχουμεν 12 μάντρες ακόμα να απολυμάνουμεν, δεν μπορούμεν να χάνουμεν άλλον χρόνον. Αύριον η ώρα 8 να είναι έτοιμα τα ζώα. Αν δεν υπακούσετε τζαι αν δεν είσαστιν εδώ, έσιει μέχρι τζαι 1000 λίρες πρόστιμο.

– Θα περάσετε πρώτα που το πτώμαν μου πριν να μπείτε μες την μάντραν.

– Αυριον θα έρθουμεν με αστυνομικήν δύναμην. Μεν κάμετε καμιάν πελλάραν διότι χασιμιός εσείς θα είσαστιν. Αν θανατωθούν τα ζώα χωρίς την συγκατάθεσην σας δεν θα έχετε αποζημίωσην για τες ζημιές.

– Αποζημίωσην την λαλείτε εσείς. Την Κότσιηνην, την Μαριούν, την Αντρικκούν, την Πηνελλόπην, την Ευαθθίαν, την Πατσαλούν εν να τες αναστήσουν να τες φέρουν πίσω πον να τους περάσει η αρρώσκια τους; Να πάτε στ΄ανάθθεμαν τζαι να μεν ξαναπατήσετε στην μάντραν μου.

Την επομένην η ώρα 8 ακριβώς το συνεργείον των κασάπηων ήταν τζιαμέ με 4 αστυνομικούς. Ο Γιαννής εκάθετουν μπροστά που την πόρταν της μάντρας. Η μάντρα ήταν ζωμένη με λουρκά ρούχα σαν να ήταν στολισμένη. Ζωμένος ήταν τζαι ο Γιαννής.

– Αν κοντέψετε ΄ννα πυρκολίθεί η μάντραν τζαι ΄ννα κρούσουμεν ούλοι μαζίν. Υπεύθυνοι εννά είσαστιν εσείς. Η μάντρα εν λουμένη με πεζίναν τζαι γιω το ίδιον. Εν παγιδευμένη τζαι όποιος ιντζίσει πάνω στα κάντζιελλα η πάνω μου θα άψει τον μηχανισμόν.

Ρε τζείνον, ρε τούτον, ο Γιαννής εκράτεν τον πούντον του. Δεν άφηκεν να κοντέψει πλάσμαν. Επέρασεν η μέρα, ήρτεν η νύχτα, οι αστυνομικοί τζιαμέ τζαι φκάλλαν σκοπιάν. Ο Γιαννής κάθε λλίες ώρες ανανέωννεν την πεζίναν να μεν ιστεγνώσει. Στην αρκήν εμάχουνταν του να σοβαρευτεί, επιάνναν τον με το κολάτζιον, επιάνναν τον με την φοέραν, τίποτε. Στες πολλές τες ώρες εβαρεθήκαν να του μάχουνται.

Η πρώτη νύχτα επέρασεν με δίχα επεισόδιον. Γυρισόντα μέρα ήρταν πάλε οι κτηνίατροι να του εξηγήσουν. Ήρτεν τζαι ο αστυνόμος να τον φοερίσει. Μόλις εμάθαν τα κανάλια την ιστορίαν εγίνην το σώσε. Άλλοι με τες κάμερες, άλλοι με τα μαγνητοφωνούθκια. Η αστυνομία δεν τους έκαμνεν καλά, Εμάσιετουν να τους κρατήσει μακριά άμπα τζαι ντζίσει κανένας πας τα κάντζιελλα της μάνρτρας για γινεί κανέναν δράμαν.

Την νύχταν εις την τηλεόρασην ο Γιαννής εγίνην το πρόσωπον της ημέρας. Ενδιαφερτήκαν για την ζωήν του, για τες αίγιες του. Αφού ο Γιαννής δεν εκοντεύκετουν, άλλοι απιάνναν συντντεύξεις της μάνας του, άλλοι των παλιών του δασκάλων, άλλοι της αρφής του. Η χώρα ούλλη εσυγγινήθην. Ένας που τους σταθμούς έστησεν κάμεραν τζαι είσιεν τον απευθείαν μετάδωσην. Ακόμα τζαι όταν εβάλλαν άλλα έργα είχαν τον σε μικρόν ένθετον τετραγωνούδιν στην άνω δεξιάν γωνιάν της οθόνης. Άμαν επήεννεν κανένας αστυνομικός να του μιλήσει τζαι ο Γιαννής αντίδραν, εσταμάταν το πρόγραμμαν τζαι το ένθετον εγέμωννεν την οθόνην.

Δεύτερον μέρος

Μπορεί η real life να είσιεν συνέχειαν απευθείας σύνδεσην με την μάντραν του Γιαννή, η life is life εκέρδιζεν την ακροαματικότηταν κάθημέρα τζαι παραπάνω. Ο δημοσιογράφος Ανδρέας Λεοντίου εδούλεψεν σαν πραγματικός ντετέκτιβ. Αντίς να πιάννει συνεντεύξεις που όποιον ελάγχεννεν, εχτύπαν τζιαμέ που έπρεπεν. Άμαν είδεν ότι οι γονιοί τζαι τ΄αδέρκια του Γιαννή εν είχαν ιδέαν για τα χτηνά, έπιαεν σειράν τους φίλους του. Ιδίως τους δίπλαρους του Περικλή του Μύξη που είχαν τζαι τζείνοι κουπάιν τζαι ήταν γειτόνοι στην βοσσιήν. Σιγά – σιγά εξιτύλιξεν το νήμαν της ιστορίας της κάθε αίγιας τζαι της σχέσης που είσιεν ο Γιαννής με κάθε πλάσμαν του κόσμου του. Κοντινά πλάνα σπάνια έπιαννεν πας τον Γιαννήν. Τον ήρωαν δεν τον ισπαταλείς άσκοπα. Τον αφήνεις για στιγμές δυνατής συγκίνησης. Η χώρα ούλλη έμαθεν την ιστορίαν της Μαριούς, της Κότσιηνης, της Ευαθθίας. Γιατί τες εβάφτησεν έτσι, ποια ήταν κόρη ποιας, ήντα χαραχτήραν είσιεν το κάθε κτηνόν. Η στετέ του Γιαννή έφκηκεν πραγματικός θυσαυρός πληροφοριών για τον Λεοντίου. Έξερεν τα πάντα για το κάθε χτηνόν, διότι ήταν η μόνη που είσιεν υπομονήν τζαι κάθετουν τζαι άκουεν τες κουβέντες του άγγονα της. Την νύχταν πρίν τες ειδήσεις των 9 η ακροαματικότητα έφτασεν στην αποθέωσην. Αναγγέλλαν την συνέντευξην της στετές που η ώρα θκυό το δείλις. Η στετέ ελούθηκεν τα κλάματα διότι εφοάτουν άμπα τζαι πάθει κακόν ο Γιαννής της. Είπεν τους ιστορίες του Γιαννή που τον τζαιρόν που ήταν μωρόν, για την σχέσην του με τον Γίανναρον, το μακαρίτην το άντραν της, για την τέγνην που έμαθεν ο παππούς στο αγγόνιν.

Την δεύτερην ημέραν άρκευκεν να λείφκει το νερόν των χτηνών. Φαΐν επρόβλεψεν τζαι εγέμωσεν τες πάγνες για 3-4 ημέρες. Το νερόν όμως εν εκάνεν, διότι η αστυνομία έφκαλεν το λάστιχον που εγέμωννεν την ποτίστραν. Τα χτηνά ερκέψαν να κλέσειν τζαι να ζητούν νερόν. Η αστυνομία όμως δεν έκαμνεν πίσω. Ελπίζαν ότι άμαν εθώρεν τα χτηνά να υποφέρουν, ήταν να αλλάξει γνώμην τζαι να παραιτήσει τες πελλάρες.

Οι χτηνοτρόφοι οργανώσαν πορείαν υποστήριξης αλλά εδιαλύσαν τους τα ματ με δακρυγόνα πριν να κοντέψουν της μάντρας. Ήταν ήδη η 2η νύχτα που θα επέρναν ο Γιαννής διμμένος πας την μάντραν, έτοιμος να τα πυρκολήσει ούλλα.

Ο Λεοντίου έξερεν πως θα ιστορίσει το συναίσθημαν στην μικρήν οθόνην, εκατάφερνεν να φκάλει στον αέραν την απόγνωσην των χτηνών, να κάμει τον κόσμον να συνδεθεί με την κάθε αίγιαν τζαι να ταυτιστεί με το θύμαν. Για να ψηλώσει το σασπένς εδιάδωσεν ψιθύρους ότι η αστυνομία ήταν να επέμβει την 2η νύχταν. Οι χτηνοτρόφοι δεν τα βάλαν κάτω τζαι οργανώσαν αγρυπνίαν στην νεκκλησιάν, τζιαμαί που τα ματ εδιστάζαν ακόμα να μπουν μέσα για να τους διαλύσουν.

Ώς που επήαιννεν η ακροαματικότητα πάνω, ο Ανδρέας Λεοντίου παραπάνω εμέθκιαν που την επιτυχίαν. Εγέλασεν του Κωστή του Καούρη που ήταν κολλητός του Γιαννή τζαι σπούρτησεν του την ιστορίαν του καλόλλοου. Ενόμιζεν ο ηλίθιος ότι ήταν να τον ιφκάλει στον αέραν τζαι να γινεί διάσημος. Ο Λεοντίου όμως έξερεν να παίζει το κατάλληλον χαρτίν στην κατάλληλην ώραν. Εν ήταν πελλός να καταρίψει έτσι πληροφορίαν φκάλλοντας έναν φτανόμυαλον φίλον να κουτσομπολεύκει το θύμαν στον αέραν.

Επήεν τζαι ήβρεν ο ίδιος την Αθθούλλαν του Παντελή. Ήβρεν την μπροστά στην τηλεόρασην να καταβροχθίζει κάθε πληροφορίαν που αφορούσεν τον Γιαννήν.

– Δεσποινίς σας έχω ανάγγην, είπεν της ο Λεοντίου με ύφος κάτι μεταξύ σοβαρού πολιτικού τζαι αυστηρού θείου. Η αστυνομία αποφάσισεν να επέμβει πόψε η ώρα 8:00. Ο Γιαννής κινδυνεύει τζαι μόνον εσείς μπορείτε να τον σώσετε, διότι μόνον εσείς μπόρειτε να του κοντέψετε με δίχα να ρισκάρετε την ζωήν σας. Δεν θα βάλει τον μηχανισμόν να λειτουργήσει, διότι δεν θα θέλει να βλάψει το πλάσμαν που αγάπησεν παραπάνω στον κόσμον.

– Τζαι πού ξέρετε εσείς ποιόν εν το πλάσμαν που αγάπησεν.

– Να φκείτε στον αέραν να του μιλήσετε. Να του πείτε πως θέλετε να τον χαρτωθείτε τζαι να αφήκει τες αίγιες του για σας. Αν τον αγαπάτε τζαι σεις, μόνον έτσι μπορείτε να τον σώσετε που καμιάν ατζιαμοσύνην της αστυνομίας. Εμείς θα βάλουμεν γιγαντοθόνην μπροστά που την μάντραν όταν θα του μιλάτε. Τζαι να μεν το αγαπάτε, σώστε τον τζαι μετά ξαπολάτε τον. Νομίζετε ότι έσιει πολλούς αθρώπους που μπορούν να σώσουν μιαν ζωήν εις την ζωήν τους. Αν δεν τον σώσετε τζαι αφήσετε τον να κρούσει σαν το δεντρόν που το τρώει ο κεραυνος, θα τον έσιετε στην συνείδησην ως που ζιείτε.

Η Αθθούλλα επολόγιασεν τον τζαι εζήτησεν του να έρτει σε 2 ώρες ως που να ποφασίσει. Μολις έφυεν ο δημοσιογράφος, εφόρησεν το φουστάνιν της το κότσιηνον που φόρεν εις στον καλόλλόον τζαι ίσιωσεν κατά την νεκκλησιάν. Εφώναξεν του ανηψιού της του Κόκου που έκαμνεν αγρυπνίαν με τους άλλους.

– Ε Κόκο, θέλω σε για μιαν πολλά σοβαρήν κουβένταν. Ετράβησεν τον πόμακρα τζαι κάτι του εψουψούρισεν.

Εγιόλλαρεν για τες μάντρες τζείνη που την στράταν της ανατολής, τζαι ο Κόκος με θκυό άλλους λεβέντηες που την στράταν της Δύσης.

Την ώραν τζείνην έσπαζεν την σιωπήν του ο υπουργός. Έκαμεν προηγουμένως έκτακτην σύσκεψην με τον πρόεδρον. Ενώ εμίλαν που την τηλεόρασην τζαι εξήγαν ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να υποκύψει σε οποιανδήποτε μορφήν εκβιασμού, η life is life εσταμάτησεν την απευθείας μετάδοσην που το υπουργείον τζαι έδειχνεν τους τρείς νέους να σπάζουν μιαν τσάκραν που έφκαλλεν καπνούς κότσιηνους. Οι αστυνομικοί επάθαν σαν τους πελλούς. Στην αρκήν επιάαν θέσεις μάχης αλλά ο τσαούσιης των ματ εδιάταξεν τους να σιήσουν αμέσως πας τους νεόυς με τα ματσούτζια τζαι τα δακρυγόνα. Ο Λεοντίου ήταν σε έκστασην σχολιάζοντας την σκληρότηταν των αστυνομικών. Έχασεν όμως την καλλύττερην εικόνα που την έπιασεν η real life της οποίας η κάμερα ήταν κολλημένη πας τον Γιαννήν τζαι τες αίγιες. Η Αθθούλλα εβούρησεν τζαι επίντωσεν το λάστιχον. Άνοιξεν το νερόν τζαι εξιδίψαζεν τα χτηνά που την εδοξάζαν με τον τρόπον τους. Η real life άψεν τους προβολείς πας την μάντραν. Η αστυνομία επανικοβλήθην ακόμα παραπάνω. Τρεις πυροσβεστηκές ισιώσαν κατά την μάντραν. Τα ματ εξαπολύσαν τον Κόκον τζαι τους θκυό άλλους τζαι επαραταχτήκαν τζαι τζείνοι κατά της μάντρας. Έναν μεγάφωνον άρκεψεν να καλεί μέσα στον κυκεώναν. Η φωνή του Γιαννή επροσπάθαν να νικήσει τον θόρυβον που τους βουννισμούς των αυτοκινήτων τζαι των μεγαφώνων. Έσπασεν μια πόμπα δακρυγόνα. Η Αθθούλλα εκατάφερεν να ξιθκιαλύνει τι της εφώναζεν ο Γιαννης. Εδίκλισεν πας τον ουρανόν. Εδικλισεν τζαι τζείνος την ίδιαν ώραν.

Η νύχτα εκατεύην που τον ουρανόν θυμωμένη με τους αθρώπους. Εθόλωσεν τες οθονες, εσίγησεν τα μεγάφωνα. Όταν εδιαλυθήκαν οι καπνοί δεν έμεινεν τίποτε στην μάντραν. Μόνον το πρώτον αστέριν έλαμπεν πας στον ουρανόν πιο λαμπερόν. Λαλούν πους εν η κορώνα που έβαλεν η νύχτα πάνω στες τζιεφαλές του βοσκαρεθκιού τζαι της Αθθούλλας όταν τους εστεφάνωσεν βασιλιάες του μεγαλλύττερου της άστρου. Εν το άστρον που ονομάσαν οι Γάλλοι l’Etoile du Berger - τ΄ Αστέριν του βοσκαρεθκιού - τζείνον που συντροφεύκει τους βοσκούς το πρωΐν με το ξιμαντρισμαν τζαι το δείλις με το μάντρισμαν. Εν ο πιο κοντινός πλανήτης στην γην, τζείνος που ονομάσαν οι αστρονόμοι Αφροδίτην, τζαι που θωρούν οι ερωτευμένοι ούλλου του κόσμου κάθε δείλις θκιαβάζοντας τα όνειρα τους πας τον ουρανόν. Εν το άστρον που φωτίζει τες αγρυπνίες όσων φκάλλουν επιφυλακήν για να προσέχουν το δίτζιον πας την οικουμένην, το άστρον που βάλλουν οι επαναστατημένοι του κόσμου ούλλου πας το κότσιηνον τους το περέ, το άστρον που ονομάσαν Αποσπερίτην άμαν το θωρούν το δείλις, Αυγερινόν, άμαν τον θωρούν τη αυκήν.

Η νύχτα επέρασεν. Εζωγράφησεν ξανά τον ουρανόν πρίν να παραδώσει την σκυτάλην του χρόνου στην μέραν. Ο Γιαννής τζαι η Αθθούλλα εβασιλέψαν εις στην Αφροδίτην τζείνοι καλά, τζαι μεις εις την μιτζιάν μας τη ζωήν καλλύττερα.



Λεξικό (για τες χωραϊτούες τζαι τα καλαμαρούθκια):

Έζιες : έζιουν, έζιες, έζιεν, εζιούσαμεν, εζιούσετε, εζιούσαν ή εζιούσασιν, όπως ζούσα, ζούσες, ζούσε…

Κλωστρόν : στριφογυριστόν, λέγεται ιδίως για τα τζιέρρατα, για τα σύρματα ή ακόμα για τες κλωστές, τα νήματα, τα σιοινιά.

Πατσάλα, πάτσαλος : λέγεται ιδίως για το δέρμαν ή τρίχωμαν χρωματισμένον με μεγάλες βούλες από δεύτερον η τρίτον χρώμαν.

Σκνυφόν: στύφνον

Ξικουπαθκιάσει: να ξικάμει το κοπάδιν του, να σταματήσει να είναι βοσκός. Λέμεν επίσης να ξιπαιθκιώσει (να πατρέψει όλα τα παιθκιά του κάποιος)

Χουιλλής, χουιλλίνα: ο/η έχων χούιν. Χούιν είναι το καπρίτσιον.

Ποστράσιηδα, ποστρασιήθκια: απο-στρασιήθκια. Στρασιήδκια είναι τα απομεινάρκα των φυτών του σιταρκού ή του κριθαρκού (του κιρταρκού κατα τον παππούν μου) μετά το θέρος. Τα ποστρασιήδκια είναι ότι απομένει μετά την βόσκησην. Οι έγιες τζαι οι κουέλλες πελλανίσκουν πάνω στα στρασιήδκια διότι μένουν μέσα κουτσούλλες (στάχυα) που σιτάριν ή κιρτάριν τζαι τους αρέσκει πολλά. Πρώτα αρκεύκουν να τρων τες κουτσούλλες που εγελάσαν του κκομπαγιού (της θεριστικής) τζαι εμείναν αθέριστα, τζαι μετά συνάουν τα ξερά φύλλα που απομείναν πάνω στο κομένον φυτόν.

Ττορφαντός: φρέσκος, σφύζων από ζωήν. Λέμεν αγγούρκα ττορφαντά (έχει δύο σημασίες, μιαν νηστήσημην τζαι μιάν μιλλωμένην).

Πιδκιάβλιν, πιθκιαύλιν: κυπριακός αυλός με καλάμιν. Η τελευταία βέρσιον του αυλού που έκαμνεν ο Πριγγόπουλλος που τα Κοτσιηνοχώρκα, μεγάλος παίχτης πιθκιαυλιού, ήταν με τες σωληνούες τες πλαστικές των ηλεκτρολόγων. Τα πιθκιαύλια ήταν λιγότερον σέξυ, λιόττερον ρουτς (roots) αλλά ήταν στάνταρτ τζαι εφκάλλαν ούλλα την ίδιαν φωνήν. Δεν εχάνναν.

Δύμμαν νήλιου: ηλιοβασίλεμαν, λέμεν επίσεις έδισεν το φρύδιν του αλλά ίσως εδώ το δίννω να φκαίνει απο το «δένω» τζαι όι που την «δύσην»

Βαρυκωλιώ: καθυστερώ, έσιει που λαλούν κωλιεί αντί βαρυκολιεί. Οι αρμενούες στο Βαρώσιν ήταν ακουστές που άμαν επηαίνναν επίσκεψην εβαρυκωλιούσαν τζαι εν εξικολλούσαν να φύουν. Εξ ου τζαι η «επίσκεψη η αρμένική» που αρκεύκει η ώρα 9 το πρωίν τζαι τελειώννει η ώρα 10 την νύχταν.

Σεβντάς: τον λένε τζαι οι καλαμαράες σεβντά (ξέρει τον ακόμα τζαι ο διορθωτής του microsoft word, είναι τούρτζικη λέξη.

Πελλετώ: παρατηρώ, γυρεύω

Φαράζω: ξιππάζω, τρομάζω (τα ζώα), κάμνω κάποιον να επιστρέψει στην άγριαν του φύση. Οι τζυνιοί φαράζουν τες τζίκλες που τα περβόλια για να τες φέρνου κάτω με τα ττουφέτσια.

Κρατώ τον πούντον μου: αντικρύζω μιάν κατάστασην με θάρρος χωρίς να υποκύψω ή να οπισθοδρομήσω.

Κουπάιν: κοπάδι

Να πυρκολήσει: να πυρπολήσει

Το σασπένς: η αγωνία

Η νεκκλησιά: η εκκλησία

Εμέθκιαν: εμεθούσε

Εσπούρτησεν του την ιστορίαν: πρόδωσε το μυστικό

Εγιόλλαρεν: κατευθύνθηκε

Επίντωσεν το λάστιχον: ένωσε το λάστιχο


43 σχόλια:

stalamatia είπε...

Αμάν ρε Ασερα πρωί πρωί κάμνεις μας κάτι γυμνάσια άφηκες το στη μέση τα ευλοημένα!!.Φεύκω για τη δουλειά κανόνισε πόψε να δω τη συνέχεια.

Marlen είπε...

Την συνέχειαν θα την δούμεν σε άλλην οθόνην απ'ότι φαίνεται... Πάντως για κάτι λεπτά νομίζω άκουα καθαρά το πιθκιάβλιν του Γιαννή όπως το θκιάβαζα...

Δασκαλούα είπε...

Μα μόνο τες έγιες;

Έλατο Χελιδόνι είπε...

Α ρε Ασέρα, επεθύμησα πολλά τα παραμύθκια σου

Ανώνυμος είπε...

Γράψε την συνέχεια, τζιαι άφηκες μας σαν το μωρό που θωρεί το γλυτζιστικό, αλλά εν φτάνει να το πιάει

Ανώνυμος είπε...

ουυυ άφηκες μας πας το σασπένς!

Καρτερώ τη συνέχεια.

stalamatia είπε...

Ασερα έκαμες τσιαι μετρούμε τες μέρες σαν του στρατιώτες που εν να απολυθούν.

Ανώνυμος είπε...

@ stalamatia, δασκαλούα, γ.ι, roam και λοιποί ενδιαφερόμενοι,

Κατά πάσαν πιθανότητα η εξέλιξη της ιστορίας (το βου μέρος της δηλαδή), θα ακολουθήσει την εξέλιξη των γεγονότων που είχαμε στην Κύπρο για τον “αφρώδη” πυρετό, όπου αφθώδη ψάχναμε και “αφρώδης” (σαπουνόφουσκα) μας βγήκε!
Ακόμα μια φορά πήγαμε, ως κράτος να παίξουμε τα καλά παιδιά ακολουθώντας κατά γράμμα τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά άνθρακες ο θησαυρός … Εκτός πάλι και να κάποια συμφέροντα (όπως λαλούν) κρύβονται πίσω και από αυτή την ιστορία!

Anef_
23/11/2007 – 6:25 μ.μ.

stalamatia είπε...

Λαλείτε ο Γιαννής του Λύμπουρα να έταξε καμιάν αιγιούα του Ασερα για να μεν αποκαλύψη τι έγινε με τα κτηνά του? τσιαι μείς αφρίζουμε δαμέ?

Ανώνυμος είπε...

Άτε λεβέντη μου τζ' ετσάκρισες μας. Εν αντεχω άλλον να καρτερώ

Yiota είπε...

έφερα τη μαμα μου να το μεταφρασει...

Aceras Anthropophorum είπε...

Η υπομονή εν μεγάλη αρετή. Ιδικά σε αυτήν την κοινωνίαν της κατανάλωσης εδώ και τώρα. Η υπομονή θέλει προπόνησην για να μεν πονεί.

Γιώτα θα με ενδιέφερεν να σου στείλω το κείμενον σε word τζαι να μου χρωματίσεις τες λέξεις που δεν εκαταλάβες που την πρώτην.

Yiota είπε...

ok..stellw to egw

Yiota είπε...

eyxaristw gia to leksiko...twra ta katalaba ola :)

bytheway...τα ττουφετσια ειναι τα τουφεκια?

Aceras Anthropophorum είπε...

Ακριβώς. Έσιει τζαι όνομαν Ττουφεξιής που θα εμεταγλωττίστηκεν σε Τουφεξής φαντάζουμαι για να γραφτεί στα ληξιαρχεία, όπως εμεταγλωττιστήκαν τα Λατσιά σε Λακκιά τζαι η Αγλαντζιά σε Αγλαγγιά.

Ανώνυμος είπε...

@Aceras,

“Μια φιλική και καλοπροαίρετη παρατήρηση, μια μικρή δόση πληροφόρησης και μια ερώτηση”:

1. Κατ’ αρχήν ομολογώ πως την ελληνική (τη γλώσσα) δεν την κατέχω όπως θα ήθελα (βασικά γιατί δεν τη διδακτικά όσο και όπως έπρεπε – ως μαθητής Μέσης Εκπαίδευσης θήτευσα σε αγγλόφωνο σχολείο και μετά για τις σπουδές μου έμαθα μια τρίτη γλώσσα). Όμως η φράση “…επροστέθην λεξικόν στο τέλος”, παρ’ όλο που η κυπριακή διάλεκτος χαρακτηρίζεται πολύ από το ένρινο νι (ν) στο τέλος των λέξεων, θα μπορούσε να ερμηνευτεί από τους Ελλαδίτες ως “…προστέθηκα (εγώ!) ως λεξικό στο τέλος”!!! (Τι ψείρης που είμαι, ε;)
2. Έτερος κοτσιηνοχωρκάτης πιθκιαβλοποιός τζιαι πιθκιαβλοπαίκτης και μάλιστα εν ενέργεια (ίσως και ο τελευταίος εν ζωή) και βοσκός ακόμα, είναι ο Κίκκος του Γρίστακκου (αν τον ιξέρεις)! Τελευταία (πριν 2-3 μήνες) παρακολούθησα και ένα ντοκιμαντέρ στο αμαρτωλό ΡΙΚ για λλόου του (πως κατασκευάζει πιθκιάβλια και πως παίζει)!
3. Εσύ που ασχολείσαι πιο λεπτομερώς με το περιβάλλον και τις επιπτώσεις πάνω του από τις ανθρώπινες δραστηριότητες, ποια η άποψη σου για την κατασκευή Σταθμού για την Επεξεργασία Οικιακών Λυμάτων κοντά σε προστατευόμενο τοπίο (τοπίο φυσικής ομορφιάς);

Anef_
Τετάρτη 28/11/2007 – 6:20 μ.μ.

MonachusX2 είπε...

Acera λατρεμένο το βοσκαρέτιν σου, υπέροχο και το λεξικό. Πότε θα τα εκδόσεις τα παραμυθκια σου;

Candy Candy είπε...

Τέλειο!! Acera οι διάφοροι ειδήμονες δαμέ ήβραν σήμερα τζιαι μιαν αγελάδα με αφθώδη πυρετό…εν τζαιρός να μας πεις τζιαι τη συνέχεια της ιστορίας!

Ανώνυμος είπε...

nomizo oti o kikkos tou Gristakkou en Aukoritis

MonachusX2 είπε...

Υποσχέθηκες να αναρτήσεις τη συνέχεια πριν την 1η του Δεκέμβρη. Επήεν 3. Τι περιμένεις; Τις Βριξέλες, το Φώτη, το Μάρκο;

Ανώνυμος είπε...

Μάλλον τους φωστήρες των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών που αποδείχτηκαν βασιλικότεροι του βασιλέως!

Anef_
Δευτέρα 03/12/2007 – 5:43 μ.μ.

stalamatia είπε...

Κάμνει παζάρκα με το βοσκαρέτη πόσα κτηνά εν να του δώκει για να γράψει ότι ένεχου αρώστιαν οι τσουρούες του.

Ανώνυμος είπε...

@Acera

Υπομονήν εκάμναν παλιά οι σhηράτες, τώρα εν κάμνουν με τούτες.

stalamatia είπε...

Μα έτσι αφήνουν καλέ τα μωρά, χωρίς παραμύθι?

Aceras Anthropophorum είπε...

Λυπούμαι που σας επερίπεξα. αλλό μιαν μέρα υπομονή για την συνέχεια. Δεν θα το μετανώσετε. Είμαι σχεδόν σίουρος.

gregoris είπε...

γεια χαρά σύντροφε,
περιμένω την συνέχεια της ιστορίας σου

Yiota είπε...

μπαίνωβγαίνω συνέχεια δαμέσα..ατε να δούμεν :)

Candy Candy είπε...

Πολλά ωραίο Acera! Άξιζεν η αναμονή!

stalamatia είπε...

Ασερα γράφεις πολλά όμορφα εγιώ μηνίσκω όπως τότε που μου ελάλε ο πατέρας μου παραμύθκια.Εν έσιει καμιά σχέση αν είμαι μιαλλύττερη σου άμα ακούω παραμύθι γίνουμε σαν το μωρό.
Τωρά εγιώ σαν μωρό νομίζω ότι το τέλος ήταν λλίο περίεργο άφηκες τσιαι τη δική μας φαντασία να τρέξει.(νομίζω )

Yiota είπε...

eisai kai o prwtos!

MonachusX2 είπε...

Υποκλίνομαι! Δεν έχω διαβάσει πιο τρυφερή, πιο μεστή ιστορία από το βοσκαρέτη! Νιώθω πολύ τυχερή που είχα την ευτυχία να ανακαλύψω τούτο τον πλούτο πατώντας απλώς ένα κλικ στον υπολογιστή μου.
Υγ. Σου το ξανάγραψα: Please, έκδωστα τα παραμύθκια σου. Πρέπει να φτάσουν παντού. Και στα σχολεία.

Marlen είπε...

Εκαθήλωσες με. Μπράβο πραγματικά.

Ανώνυμος είπε...

Μπράβο, μπράβο, μπράβο.

Για ακόμη μια φορά τα συγχαρητήρια μου.

Εγώ θέλω υπογραμμένο το πρώτο σου βιβλίο και το εννοώ. Είναι κρίμα να μην έχουν όλοι πρόσβαση σε αυτά τα κείμενα σου.

Ανώνυμος είπε...

Φίλτατε Aceras,

Επιτέλους κατάφερα και διάβασα και το βήτα μέρος της ιστοριούλας σου (το τύπωσα για να το διαβάσω γιατί γενικώς και ειδικώς δεν με βολεύει να διαβάζω ενδιαφέροντα αναγνώσματα από το pc – γιατί όλο και κάτι άλλο προκύπτει ή χάνω τη σειρά).

Με πολύ απλά λόγια θέλω να πω ότι η ιστορία του βοσκαρεθκιού του Γιαννή, είναι ένα όμορφο σύγχρονο παραμύθι για μικρά και μεγάλα παιδιά και που αγγίζει τις ευαισθησίες των ρομαντικών ανθρώπων.

Πραγματικά μεγάλη η ικανότητα σου να διατηρείς μέσα σου την τοπολαλιά μας και να γράφεις στην κυπριακή διάλεκτο, παρ’ όλο που για χρόνια ζεις στο εξωτερικό, σ’ ένα μέρος που ίσως δεν υπάρχουν άλλοι κύπριοι.

Δυο σημεία θα ήθελα να τονίσω για το περιεχόμενο του παραμυθιού (δεν θέλω να φανεί όμως ότι παίζω το ρόλο του κριτικού):

1. Τον ποιητικό επίλογο της ιστορίας και την αναφορά που κάνεις στ’ άστρο που είτε λέγεται Αφροδίτη, Αποσπερίτης ή Αυγερινός εσύ το συνέδεσες με τον έρωτα και την επανάσταση που κατ’ εμένα αποτελούν την πεμπτουσία της ζωή!
2. Την εμπλοκή των ΜουΜουΕ και την εμπορευματοποίηση (εν αγνοία των πρωταγωνιστών τις πιο πολλές φορές) των προσωπικών καθημερινών ιστοριών των απλών ανθρώπων. Οι μέθοδες του τηλεοπτικού αστέρα Λεοντίου μου θύμισα κάποιους άλλους πραγματικούς (Δημήτρης Μάμας και Χ”Λιασή) της δεκαετίας του ’90 (των πρώτων χρόνων της ιδιωτικής τηλεόρασης), οι οποίοι και τι δεν έκαναν για να ανεβάσουν την τηλεθέαση.

Τέλος η όλη ιστορία (βασικά το βουκολικό της στήσιμο και περιεχόμενο) συνέτεινε στο να ανακαλέσω στη μνήμη μου θύμισες και βιώματα από τα εφηβικά μου χρόνια.

Όντας γέννημα και θρέμμα γεωργοκτηνοτροφικής οικογένειας και μεγαλωμένος στους αγρούς και στις μάντρες, με τους γονιούς μου να ασχολούνται και με τη βοσhιηκήν (εκτός από την γεωργία) και να έχουν κουπάιν με κουέλλες (κοπάδι με πρόβατα), έχω ζήσει από κοντά διάφορες καταστάσεις και έχω εμπλακεί σε πολλές και διάφορες τσοπαναραίϊκες δουλειές … Π.χ. το ξεμάντρισμα, το καθάρισμα (σάρισμα) της μάντρας, το τάισμα και πότισμα των ζώων, το κόψιμο τριφυλλιού (με φασούλα), το μάζεμα των μπάλων από ποκαλάμη, το αλώνισμα (30 Αυγούστου 1974, “μπαίναν στην Άχνα οι οχτροί κ’ εμείς ‘λωνεύκαμεν”!), το ασhερόμπασμαν (νωρίς το πρωί), το λούμαν το κουέλλων (στη θάλασσα) και διάφορα άλλα. Έχω επίσης θύμισες που σχετίζονται με διάφορα περιστατικά και άλλες παρεμφερείς ασχολίες όπως το γέννημα των αρνιών, το γάλεμα, η κατασκευή χαλουμιών, το πάλιωμα των κλιάρων (κριαριών) κατά την εποχή της λεγόμενης “βαθειάς” (γονιμοποίησης) …

Το άλλο πολύ σημαντικό στοιχείο που θα ήθελα να καταθέσω καθώς το έχω ζήσει από κοντά (και το οποίο βγαίνει πολύ έντονα και παραστατικά μέσα από την αφήγηση της ιστορίας) είναι η σύνδεση του ανθρώπου (του βοσκού) με τα ζώα του και η αγάπη που έχει γι’ αυτά!

Θυμάμαι χαρακτηριστικά τον μακαρίτη τον Πατέρα μου (ΕΛΑΦΡΥ ΝΑ ‘ΝΑΙ ΤΟ ΧΩΜΑ ΠΟΥ ΤΟΝ ΣΚΕΠΑΖΕΙ – πέθανε στα 73 του πριν ενάμιση περίπου χρόνο - για μας έφυγε νωρίς), ακουμπισμένο πάνω στην ματσούκα του (τη μαγκούρα του βοσκού) ή στον τοίχο της μάντρας να παρακολουθεί με τις ώρες τα πρόβατα να βόσκουν ή να τρώνε από τις ταΐστρες και τα μικρά αρνιά να παίζουν. Είχε πολλή υπομονή με τα ζώα, κάποτε όμως ξεθεωνόταν κυρίως στο γάλεμα όπου δυσκολευόταν (όταν είχε μπει πια και στα χρόνια).

Ξεχώριζε κάθε ζώο (εγώ δεν τα κατάφερνα) και ήξερε τα χούγια του. Σε κάποια μάλιστα είχαν δωσεί και ονόματα (κυρίως από την μητέρα μου), όπως αυτά περίπου που αναφέρει και ο Aceras στο παραμύθι του. Μερικά ονόματα που θυμάμαι είναι το Πατσάλα (είχε βούλες άλλου χρώματος στο πρόσωπο), Μαυρονούρα (με μαύρη ουρά - στα πρόβατα ως γνωστό κυριαρχεί το άσπρο), Μυτού (με κοντά αυτιά), Κοραλλού (από το κόρη). Για την τελευταία θα κάνω ιδιαίτερη αναφορά και να πω ότι ήταν μια προβατίνα που κυριολεκτικά μεγάλωσε μέσα στο σπίτι μας. Δεν θυμάμαι ακριβώς τι είχε συμβεί (είτε θα ψόφησε η μάνα προβατίνα, είτε δεν είχε αρκετό γάλα για να βυζαίνει τα μικρά της) και έτσι πήραμε το συγκεκριμένο αρνάκι στο σπίτι και το ταΐζαμε με το μπιμπερό. Και έτσι έγινε για κάποιο χρονικό διάστημα το pet sheep της οικογένειας και το βαφτίσαμε και Κοραλλού!

Την συνήθεια του Πατέρα μου να χαζεύει με τις ώρες τις κουέλλες την έχω κι εγώ, όμως όχι με τα πρόβατα (δεν είμαι βοσκός), αλλά με τα πεζούνια (περιστέρια). Στην αυλή έχω ένα πεζουναρκο (περιστεριώνα) με κάμποσα πεζούνια. Κάποιες φορές στέκομαι και τα παρακολουθώ (πως τσιμπολογάνε, πώς φτιάχνουν τις φωλιές τους, πως ζευγαρώνουν, πως ταΐζουν τα μικρά τους). Παλαιότερα, που είχα και πιο πολύ χρόνο (τώρα μόλις και προλαβαίνω και τους βάζω φαΐ και νερό) και ήταν και πιο λίγα σε αριθμό, ήξερα πως ήταν ζευγαρωμένα, που είχε κάθε ζευγάρι τη φωλιά του (συνήθως έχουν από δύο φωλιές) και ποια ήταν τα μικρά τους.

Αυτά για απόψε και να είστε όλοι καλά!
Και ότι ποθείτε να το πάθετε!

Anef_
Παρασκευή 14/12/2007 – 11:18 μ.μ.

Aceras Anthropophorum είπε...

Φίλε άνευ, ο πατέρας σου ήταν σίουρα καλός άθρωπος. Στην διάστασην που βρίσκεται, συναντιέται σίουρα με τον Γιαννήν του Λύμπουρα.

Οι δημοσιογράφοι μου δεν έιναι τίποτε μπροστά σε κάτι λέσια που εξασκούν στα κυπριακά κανάλια. Όταν έππεσεν το αεροπλάνον τζαι εκρούζαν τα πλάσματα που την αγωνίαν για να μάθουν τες λίστες με τα ονόματα αυτών που ήταν μέσα, έναν λέσιην δημοσιογράφος εφώναξεν σκόπιμα (ψέματα) "ήρταν οι λίστες, ήρταν οι λίστες". Οι μανάδες, οι σύζυγοι, οι αδερφές αρχίσαν να νεκαλιούνται, να παθαίνουν νευρικόν κλονισμόν τζαι να φήρνουνται, τζαι το λέσιην αυτόν εβούραν να παράξει εικόναν για να πουλήσει ο σταθμός του. Για αυτόν τον κυρίον δεν θα καταφέρω ποττέ να γράψω ιστορίαν που να του φτίνω όσον θα εχρειάζετουν για να μου φύει το κάχριν. Θα μείνω με το ανακάτσιασμαν κάθε φοράν που τον αθθυμούμαι ώς που ζιώ. Με ετραυμάτισεν ανεπανόρθωτα.

dokisisofi είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
stalamatia είπε...

dikisisofi
Μεν τα βάλλεις με ούλλους μόνον εγιώ εψιλοπαραπονέθηκα για το τέλος. Εν κακό που έθελα η Ανθούλλα να του φωνάξει ότι τον αγαπά? Έδειξεν το με το τρόπο της εντάξει.

bestman είπε...

Τούτον που είπες Ασέρα για τον δημοσιογράφο Θεόν όμως τζιαι εννα τον κρίνει τον αχαρακτήριστο. Εν κρίμαν που τον Θεον να παίζεις με τον πόνο τούτων των αθρώπων...

kkai-Lee είπε...

Χρόνια Πολλά φίλε Aceras

Εύχομαι κάθε καλό σε σένα και σε εκείνους που αγαπάς.

Agobooks είπε...

Χρόνια Πολλά!
Χρόνια καλά και με πολύ χιούμορ!

Μαθητής του συγγραφέα.. είπε...

Χρόνια πολλά.
Είμαι περιφανώς που σε έχω πνευματικό πατερα.

Aceras Anthropophorum είπε...

Βαφτιστιτζιέ μου αν έν όπως το λαλείς πρόσεχε να μεν πιάννεις τζαι τα χούγια του μάστρου. Ήδη άρκεψες από την ανωρθωγραφοίαν. Περιφανώς εν με όμικρον γιώτα ρε!

Greekstories είπε...

Καλα σου Χριστουγεννα και καλη Πρωτοχρονια. Μπαι δε γουει θενκ γιου για τες εφτζιες σου στο μπλοκ μου. Επιααν τοπο τζιαι εποφκαρτηκα. Νασαι καλα.