Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2011

Κουίζ για την Κυπριακήν λαλιάν.



Αυτόν του κκουιζούιν είναι λλιον διαφορετικόν που τα προηγούμενα. Παίζεται όπως τζιείνα που λαλούν "βρήτε τις 10 διαφορές". Όποιος εθκιάβασεν το προκλητικά απαισιόδοξον κείμενον που έγραψα για την Κυπριακήν διάλεκτον, είτε στο μπλόγκ μου (στην προηγούμενην ανάρτησην) είτε στον Πολίτην της Κυριακής, μπορεί να ξαναθκιαβάσει το νέον κείμενον τζιαι να έβρει 3 βασικές διαφορές. Εξανάγραψα το μετά που την πλούσιαν συζήτησην ακολούθησεν την ανάρτησην τζιαι που έκαμεν την απισιοδοξίαν που μου εμετάδωσεν ο Δρ Γιαγκουλλής να εξατμηστεί. Τες διαφορές που θα σας φατσάρουν σαν βασικές μπορείτε να τες γράψετε ελεύθερα στα σχόλια.

Η λέξη δωμάτιο προαναγγέλλει τον θάνατο της κυπριακής λαλιάς του 60-70.

Άμαν μιλά ένας σεμνός σοφός άθρωπος πρέπει να σιωπάς τζιαι να ακούεις. Τζιαι άμαν γράφει κάπου, πρέπει να τα θκιαβάζεις προσεκτικά τζιαι θκυο φορές άμαν χρειαστεί. Τζιαι μετά να σκέφτεσαι.

«Μπορώ να διαβάσω ένα κείμενο και να ξέρω πότε γράφτηκε από τις λέξεις που χρησιμοποιεί», είπεν ο Δρ Γιαγκουλλής σε συνέντευξην που έδωσεν στον Πολίτην την Κυριακήν 23 του Γεννάρη. «...αν μιλά για δωμάτιο, για κάμαρη, για τσιάμπρα, για οντά…».

Μες την δεκαετίαν του ογδόντα, μετά τον πόλεμον, ετζιοιμούμουν σε μιαν κάμαρην με τα τρία αδέρκια μου. Η κάμαρη μου τα πρώτα κοσπέντε χρόνια της ζωής μου ήταν έναν κοινόβιον μέσα στο οποίον έπρεπεν να έβρω τον ζωτικόν ιδιωτικόν χώρον να ονειρευτώ. Να κλάψω. Να φαντασιωθώ τες κρυφές πλατωνικές μου ερωτικές περιπέτειες, χωρίς να με πάρει κανένας χαπάρι. Να γδυθώ χωρίς να με δουν οι άλλοι παρόντες. Να ηρεμήσω τζιαι να τζιοιμηθώ, αγνοώντας ροχαλητά ή παραμιλήματα τους άλλους. Να θκιαβάσω τα γράμματα μιας αγαπημένης, χωρίς φως. Να συγκεντρωθώ να θκιαβάσω ένα βήμα μπροστά και δύο πίσω χωρίς να ενοχλήσω ή να ενοχληθώ. Αυτός ο χώρος ήταν η κάμαρη στην οποίαν εμεγάλωσα.

Τζιαι τωρά ακόμα λαλώ του μωρού μου «πήαιννε στην κάμαρη σου» (την ιδιωτική), «εκαθάρισες την κάμαρη σου;». Είμαι της προηγούμενης γενιάς, θα έλεεν ο Δρ Γιαγκουλλής. Τζιαι άμα μου μιλά το μωρόν, λαλεί μου «το δωμάτιο μου λάμπει».

Γράφει ακόμα ο Δρ. Γιαγκουλής: «Στο μακρινό μέλλον θα σβήσει η κυπριακή διάλεκτος, έχει όμως πολύ δρόμο να διανύσει ακόμη. Συνέχεια κουτσουρεύεται και μένουν τα αδρομερή στοιχεία της. Πάρα πολλές λέξεις υποχρεωτικά μπήκαν στο περιθώριο λόγω και της νέας τεχνολογίας. Ποιός ξέρει τι είναι το γαλευτήρι σήμερα; Πρώτα ήταν η καντήλα, τώρα είναι το ποτήρι. Ήταν η τσιανάκκα, τώρα είναι το πιάτο. Και επειδή δεν είμαστε παραγωγοί τεχνολογίας, τα προϊόντα θα έρχονται έτοιμα με το όνομά τους: κομπιούτερ, πρίντερ… Αυτές όμως είναι λέξεις. Δεν είναι δομές. Μακροπρόθεσμα μάλλον θα χαθούν και οι δομές και θα μιλούμε όπως οι Αθηναίοι. Η μεγαλομανία μας, τα ΜΜΕ, όσοι σπουδάζουν στην Ελλάδα, ακόμη και κάποιοι που πάνε απλά διακοπές στην Ελλάδα για μια βδομάδα, έρχονται πίσω και δεν καταδέχονται να μιλήσουν κυπριακά! Αυτό είναι χτύπημα για την κυπριακή διάλεκτο.»

Συφφωνώ απόλυτα, μόνο που δεν θα λεγα μεγαλομανία. Θα έλεα ο επαρχιωτισμός μας. Στην Γερμανοελβετίαν που η επίσημη γλώσσα εν τα γερμανικά, ο κόσμος δεν έχει κκόμπλεξ να μιλήσει την λαλιάν του που εμίλησεν έσσω του. Η τηλεόραση έχει προγράμματα που μιλά την διάλεκτο τζιαι προγράμματα που μιλά την επίσημη γερμανική. Στο σχολείον οι δασκάλοι απευθύνονται στα μωρά όπως τους μιλά η μάμμα τους τζιαι ο παπάς τους, παρόλον που τους μαθαίνουν γραφήν τζιαι ανάγνωσην της επίσημης γλώσσας.

Εμάς η γλώσσα μας είναι χωρκαθκιόν. Μόνον οι ξένοι μετανάστες μιλούν σε δημοσιογράφον με ευφράδειαν τζιαι εις άπταιστον κυπριακήν λαλιάν. Το ότι καικαιρίζουν οι Κυπραίοι άμαν θέλουν να δώσουν κάποιαν επισημότηταν στον λόγον τους θα κάμει την Κυπριακήν λαλιάν να εξαφανιστεί; Για τες λέξεις έδωσεν μας παραδείγματα ο σεβαστός Δρ Γιαγκουλλής, για τες δομές όμως όι. Συνεχίζουμεν να λαλούμεν «αγαπώ σε» τζιαι όχι «σ΄αγαπώ». Τζιαι ο ήλιος θα σβήσει κάποιαν μέραν. Θα αγωνιούμεν όμως που τα τωρά;

Πριν λλίον τζιαιρόν έπιασα έναν καττίν ράτσας τζιαι κάποιαν στιγμήν εσύλλαβα τον εαυτόν μου άμαν του έκαμνεν κκουλαφούθκια να του τα κάμνει στα καλαμαρίστικα! «Τι κάνεις;» είπα της προχτές! «Έλα εδώ!». «Μπρίο ρε», θα μου έλεεν ο τζιύρης μου αν με άκουεν. «Σιγά πον να κάμεις κακήν διαπαιδαγώγησην στο γατάκιν ράτσας!» Που να έξερεν ο άθρωπος ότι άμαν χαριεντίζεσαι το πρωίν με μιαν ευγενικήν ψυσιήν που την Ελλάδαν, το δείλις άμαν μιλάς του καττουθκιού σου φκαίννουν σου φράσεις στο ίδιο μοτίβο…

Η αυθόρμητη χρήση των καλαμαρίστικων μπροστά σε μιαν νέαν κατάστασην, η αυθόρμητη χρήση των καλαμαρίστικων άμαν θέλουμεν να φανούμεν ευγενικοί ή γραμματιζούμενοι, καλλιεργημένοι, είναι η αρχή του τέλους της γλώσσας; Ντάξει, ακόμα τζιαι οι ευχές στα τηλεφωνούθκια για το νέον έτος σήμερα είναι στα καλαμαρίστικα. Εν εν όμως πάντα που οι Κυπραίοι ήταν δίγλωσσοι τζιαι τρίγλωσσοι; Έννεν η διγλωσσία που επηρέαζεν πάντα την καθομιλουμένην λαλιάν των Κυπραίων τζιαι άλλασσεν την;

Η Κυπριακή γλώσσα μιαν ημέραν θα πεθάνει. Έτσι είναι οι ζωντανοί οργανισμοί. Όπως γενιούνται πεθαίνουν. Όσον έσιει ανάγκην την γλώσσαν ο χρήστης της λαός η γλώσσα ζει. Όταν έχει ανάγκην μιαν άλλην, η παλιά πάει στον τάφον με τους τελευταίους που την εχρησιμοποιήσαν για να σενεννοηθούν με τον κόσμον τους. Σήμμερα όμως ο Κυπραίος ποιάν γλώσσαν έχει ανάγκην για να πει του άλλου να φκάλει φάουσαν ή για να του πει πως τον αγαπά;

Το κράτος μας δεν ετυποποίησεν ακόμα καν την γραφήν της λαλιάς μας, άμπα τζιαι παρεξηγήσει το κάνένας. Μέχρι τζιαι μεθόδους Ζίφκωφ εχρησιμοποίησεν για να παραποιήσει τοπονύμια που τουρκοφέρνουν γράφοντας Λακκιά, Αγλαγγιά τζιαι Αναφωτίδα. Όποιος όμως Λατσιώτης πει ότι εν που τα Λακκία θα του σφυρίσουν.

Η ένωσις δεν επετεύχθη ούτε καν στα λόγια. Τα Κυπριόπουλλα μπορούν να τζιοιμούνται τώρα ήσυχα την νύχταν σε δωμάτια όπως τα Αθηναιόπουλλα. Οι κάμαρες είναι πιον για τους «χώρκατους» τζιαι για τους «γέρους». Νάμπου α κάουμεν όμως; Η κάθε γενιά αλλάσσει τες λέξεις για να την εφράζουν καλλύττερα. Αν δεν ήταν έτσι, οι Κυπραίοι δεν θα εμιλούσαν τα Κυπραίικα που μιλούν τωρά.

10 σχόλια:

stalamatia είπε...

Καλημέρα Ασερα
Είπα να μπω να πω τη ταπεινή μου γνώμη τζιαι ας μεν είμαι γλωσσολόγος αλλά μια κυπραία που σίουρα ενι ξέρει ούλλες τες κυπριακές τες λέξεις.
Ενα πράμα που επαρατήρησα εν η αλλαγή του τίτλου σου που ξεκαθαρίζεις από ποιαν δεκαετία άρκεψεν η γλώσσα μας να (αλλάζει) τζιαι ότι είσαι πιο αισιόδοξος τωρά ίσως μετά από τα σχόλια της προηγούμενης ανάρτησης.
Εγιώ εν να σου πω ίνταλόις θωρώ τη γλώσσα μου τη μητρική ,άμαν ακούω κυπριακά έρκετε μου στο νου ο θκυόσμης που είχαν ούλλοι οι χωρκανοί στην αυλή τους,το λασμαρί ,η βασιλιτζιά ,το γιασουμί που τα έβρισκες σχεδό σε ούλλα τα σπίθκια του χωρκού μου.
Τωρά τούτα ούλλα ξυλήφκουνται τζιαι πάει η νοικοτζυρά του σπιθκιού τζιαι γοράζει τα ή δανείζετε που καμιά γειτόνισσα στη πολυκατοικία,έτσι τζιαι η γλώσσα μας άρκεψε να ξυλήφκετε ή να αραιώνει .
Η κάθε περιοχή μας είσιε λέξεις που σε άλλες περιοχές της Κύπρου εν τις ελαλούσαν ,ακόμα τσιαι χωρκά το ένα δίπλα που το άλλον είχαν τσας μια διαφορά μερικές φορές στη λαλιά.
Στες πόλεις οι κάτοικοι επροσπαθούσαν να μιλήσουν πιο ευγενικά που εμάς τους χωρκάτες τζιαι εκάμναντα σιήσιη ποϊνόραμμα, κάτι σαν τα Λακκιά :)
Στη Λεμεσσό που επρωτοπήαμε σαν πρόσφυγες(όι να θυμώσουν τωρά οι Λεμεσιανοι α) την τσέντα ,ελαλούσαν την τσιάντα εθέλαν να την πουν τσάντα αλλά εν τους έφκενε :) ;ήταν ένα μττσή παράδειγμα για το πως χαλούμε τσιαι τα κυπριακά .Στην Ελλάδα όσοι με ακούν να συντηχάνω (καλαμαρίστικα )αρέσκει τους η τραγουδιστική προφορά μου τζιαι λαλούν μου το,αλλά τζιαι το πως γελοιοποιούμαστεν άμα προσπαθούμε να καλαμαρίσουμε με λάθος λέξεις.
Ετέλιωσεν η γλωσσοδιάρια μου με το εξής άμαν σκέφτεται ο κυπραίος ίνταλόις βάλλει τες λέξεις μες τη κκελλέν του;; Εγιώ πάντως κυπριακά.

stalamatia είπε...

Εχουν να πουν πως μια ετοιμόγεννη την ώρα πον να γεννήσει τζιαι τζοιλλιοπονά φωνάζει στη μητρική της γλώσσαν σε όποια χώρα τζιαι όσες άλλες γλώσσες τζιαι να ξέρει.

Aceras Anthropophorum είπε...

Σταλαμαθκιά λαλείς κάτι που με θυμώννει. Λαλείς "Στες πόλεις οι κάτοικοι επροσπαθούσαν να μιλήσουν πιο ευγενικά που εμάς τους χωρκάτες'. Εγώ έζησα σε πόλην πριν το 74 τζαι σε χωρκόν μετά. Μετά έζησα σε πόλην πάλε στον στρατόν τζιαι για τες σπουδές, τζιαι πάλε στο χωρκόν όταν ετέλειωσα. Βρίσκω τους χωρκάτες πολλά πιο ευγενικούς τζιαι γενναιόδωρους που τους πολίτες. Τους πιο άξεστους βόρτους τζιαι κακαθνρώπους εγνώρισα τους στην πόλην. Το ότι λαλούν τσιάντα ή καπουνάδα, το ότι λαλούν δεθ θέλω αντίς εχ χέλω, δεν τους κάμνει πιο ευγενικούς. Έχουν απλά μιαν άλλην ποικιλίαν διαλέκτου τζιαι όταν παίρνουν τζιείνον το ύφος του ανώτερου προς τον χωρκάτην, δείχνουν ακριβώς το αντίθετον της ευγένειας.

Ξέρω μιαν ιστορίαν μιας εξηντάρας κακότροπης χωραΐτισσας που μες την δεκαετίαν του 70 απευθύνθην προς μιαν που το Ακάτζιην που εγύριζεν στον Άην Αντρέαν για να πουλήσει ρεντικά με το γαούριν τζιαι είπεν της θκειά. Η γεναίκα ήταν 40 χρονών τζιαι δεν εφόρεν τα λούσα τζιαι τα χρυσά της αστής που δεν εδούλεψεν ποττέ πέρα που το να παίζει πόκερ τζιαι κουγκάν, εφόρεν μερέζαν να μεν την κρούζει ο νήλιος. "Μα εσού είσαι μάνα μου αν δεν είσαι τζιαι στετέ μου τζιαι λαλείς μου θκειά;" απάντησεν της ευγενικά η γεναίκα στην διάλεκτον του Ακατζιού.

Το αίσθημαν κατωτερώτητας ξεκινά που τον χωρκάτην προς τον πολίτην, συνεχίζει που τον πολίτην της επαρχίας προς τον πολίτην της μητρόπολης, καταλήγει με το αίσθημαν κατωτερώτητας ενός μικρού λαού προς έναν μητροπολιτικόν μεγαλύτερον τζιαι γεννικά μιας περιοχής προς το κέντρον της αυτοκρατορίας. Η πηγή ούλης τούτης της κοινωνικής ανωμαλίας είναι ότι δείχτης των πάντων είναι το χρήμαν τζιαι η ισχύς. Ακόμα τζιαι η πνευματική καλλιέργεια έχει αξίαν άμαν συνδέεται με παραπάνω ισχύν.

Οι Παριζιάνοι, οι Βερολινέζοι, οι Λοντρέζοι, οι Νεοϋολκέζοι δεν είναι πιο ευγενικοί που τους λιοπετρίτες, τους παχνιώτες, τους χουλιώτες, τους λευκωσιάτες ή τους Αθηναίους. Μπορεί να έσιει πον ακαδημαϊκά πιο καλλιεργημένοι, αλλά αν ένι πιο ευγενικοί θέλει απόδειξην. Εγώ νομίζω πως εν πιο κακότροποι. Ξέρεις το ότι το ποσοστόν των καθηγητών πανεπιστημίου που δέρνουν τες γεναίτζιες τους εν πιο ψηλόν που το ποσοστόν των εργατών;

stalamatia είπε...

Ax το ευγενικά δεν το λαλώ με την έννοια της καλής συμπεριφοράς τζιαι των καλών τρόπων αλλά τη γλώσσα που εχρησιμοποιούσαν βγάζοντας πολλές λέξεις κυπριακές τζιαι βάζοντας της καλαμαρίστικες ,μα ίντα μου ενόμισες; Αλλον η ψυχική ευγένεια!!Ούτε τζιαι η μόρφωση πολλές φορές ένεσιει να κάμει με καλούς τρόπους.Στα χωρκά παλλιά άμαν έρκετουν κανένας χωραίτης ή που την όποια πόλη τζιαι μιλούσε λλίο διαφορετικά ,όι τα βαριά τα κυπριακά ελαλούσαν τούος μιλά ευγενικά .Ατε τωρά Ασερα έσιεις με για έτσι πλάσμα να θεωρώ τους Αστούς καλύτερους;

Anef_Oriwn είπε...

Aceras,

Η αναφορά ΣΟΥ στες «μεθόδους Ζίφκωφ», ΜΟΥ έδωσε την ιδέα να καταπιαστώ [ως πιο ειδικός σε θέματα σε θέματα του πάλαι ποτέ “υπαρκτού σοσιαλισμού”], αλλά σε ευθετότερο χρόνο, με το “σοσιαλιστικό” ατόπημα του Ζίφκωβ να επιχειρήσει [νομίζω το 1985–86] να αλλάξει [βουλγαροποιώντας τα], τα όνομα των τουρκοβουλγάρων. Η κίνηση του εκείνη προκάλεσε ένταση και αναταραχή τότε στη χώρα, καθώς οι τουρκόφωνοι βούλγαροι, οι βούλγαροι μουσουλμάνοι ή οι τουρκοβούλγαροι ανέρχονταν σε ποσοστό πέραν του 10% του πληθυσμού της χώρας ...

ιων είπε...

Διαφορά 1. Εφυες την απαισιοδοξία, έφυες τζιαι το ερωτηματικόν που τον τίτλον τζιαι εκαθόρισες τον θάνατον της κυπριακής λαλιάς μας συγκεκριμένης χρονικής περιόδου. Εγώ δεν θα τον έλεα θάνατον. Ετο η λαλιά΄του 60 -70, έβκαλεν την μαντήλαν, έκοψεν τζιαι έβαψεν τα μαλιά της, εφόρισεν μίνι, άνοιξεν τα περιοδικά της μόδας τζιαι άλλαξεν λλίον τα γούστα της.

Διαφορά 2. Πάλε λαλεί αγαπώ σε. Ούτε σε αγαπώ, ούτε I love you, ούτε ich liebe dich. "Τζιαι εγιώ αγαπώ σε" λαλώ της κόρης μου στο τηλέφωνον άμα μου πεί : - αγαπώ σε μάμμα μου, φιλούθκια.

Διαφορά 3. Ατε εμάθαμεν γιατί άρκεψες να καλαμαρίζεις του καττουθκιού πάνω σ΄άνεμον. :-))

Διαφορά 4. Νάμπου α κάουμεν όμως; Ούτε η ένωση εγίνην ούτε εψόφησεν την γλώσσαν.

Διαφορά 5. Την Κύπρον σήμερα θωρούμεν την που τον δορυφόρον, ο χάρτης είναι κειμήλιον. Είσιεν την αξίαν του μια συγκεκριμμένην εποχή για συγκεκριμμένους αθρώπους. Η Κύπρος όμως τζιαι η ψυσιή της εν η ίδια.

Ατε, ελπίζω να μεν εξεπέρασα το κκότα των λέξεων τζιαι να μου κόψεις βαθμούς γιατί μα τοθ θεόν εννα πάω να λακκιστώ :-))

postbabylon είπε...

Νομίζω οτι η διαφορά εν οτι εσυμφιλιωθηκες με το γεγονός οτι η γλώσσα εν ζωντανος οργανισμός. Αμμαν τα κύτταρα του μεταλλάσσουνται, αλλάσσει τζιαι τζείνος ούλλος...
Ασχέτα αμμέν αρέσκει σε ούλλα τα κύτταρα η αλλαγή-η πλειοψηφεία ποφασίζει. Τώρα το ίντα μετρά χρησιμοποιούν τα κύτταρα για να πείσουν τζιαι άλλα να άλλαξουν εν άλλη κουβέντα. Τούτη εν η "δημοκρατία" της γλωσσάς...

"Νάμπου α κάουμεν όμως;"

Τζιαι ο Σαρκοζυ εν γελοίος αλλα εψηφίστικεν δημοκρατικά!;-)

Ανώνυμος είπε...

επέρασα να σου πω ενα γεια! ελπίζω να σε καλά τζιαι συ τζιαι η οικογένια σου :)

είδα ότι γράφεις για τα κυπριακά τελευταίως. εννα βρω ώρα να κάτσω να θκιεβάσω τα γραψιμιά σου τζιαι να σχολιάσω.

άσχετο σχετικό πάντως, τα χριστούγεννα που κατέβηκα κύπρο επαρατήρησα μια τάση πας σε αφίσες να γράφουν κυπριακά τζιαι άρεσεν μου.

Ανώνυμος είπε...

ο beclash ειμαι εν το μεταξύ. εν ιξέρω γιατί μου αλλάσει το ονομα

Ανώνυμος είπε...

Αγαπητοί φίλοι, είμαι Αθηναίος πάππου προς πάππου και, χωρίς να θέλω να προσβάλω κανέναν, όποτε ακούω Κυπριακά, γελάω. Το ίδιο μου συμβαίνει με πολλές ελλαδίτικες ντοπιολαλιές. Ορισμένες ακούγονται πολύ γοητευτικές (Κερκυραίικα ή Χιώτικα πχ), ενώ άλλες τις θεωρώ γελοίες, με αποκορύφωμα το Πελοποννησιακό και Κρητικό gλι και gνι. Ξέρετε, στην εποχή του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης, οι εκφράσεις και η προφορά ομογενοποιούνται αναποφεύκτως. Δεν βλέπω λόγο να αγανακτεί κανείς με την αναπόδραστη φορά των πραγμάτων. και μην ξεχνάτε ότι σε παλιότερες εποχές ο αγράμματος μπορεί να διατηρούσε μέσα του πολύτιμα κομμάτια αυθεντικότητας και σοφίας. Τη σημερινή εποχή ο αγράμματος είναι απλώς ένας βλάκας. Συνεπώς, καταπώς λένε οι πρώην αφεντάδες σας, chill out! :-)