Η ιστορία που βάλλω πιο κάτω εδημοσιεύτηκεν στο προηγούμενον τεύχος του περιοδικού ΡΕΥΜΑ. Στο επόμενο τεύχος δημοσιεύκουν μου έναν κείμενο για την οικολογία. Επροσπάθησα να αποστάξω όλην μου την κοσμοαντίληψην για τον σύχρονον κόσμο σε 1000 λέξεις που χωρούν στον διαθέσιμο χώρο. Έβρετε το νέο τεύχος πον να φκει τζιαι πέτε μου για το αποτέλεσμαν της απόσταξης. Αναμένοντας την έκδοσην, θκιαβάστε την ιστορία που μου εβάλαν στο προηγούμενον.
Συνάντηση στην οδό Ανδριανού λοιπόν.
Θωρεί με ο Μαυρής να κάθουμαι στο ουζοπολείο τζιαι πογυρίζει. Ένας άρρεν μόνος του τι να κάμει το τριαντάφυλλον. Που να ξέρει ότι ο άρρεν περιμένει θύλι. Νέφκω του.
— Φίλε, come here.
— Yes sir!
— Δως μου το πιο ωραίο τριαντάφυλλο που έχεις.
— Me little greek sir.
— Best rose you have.
— Here it is.
Πράγματι έδωκεν μου το πιο ττορφαντό τριαντάφυλλο, κότσσινο σαν το γαίμαν.
— How much? Πόσα;
— Two Euro.
— Where are you from?
— Bangladesh
— Πήγα στην India. Στο Tamil Nadu. Πήγα και στη Σρι Λανκα. Tourist.
— Far away. Πολύ μακρυά Bangladesh. You know Nepal? Δίπλα είναι Bangladesh.
— Έχεις family?
— Three years old κορη sir. Και γυναίκα μου στο Bangladesh. Never see my daughter real sir.
Φκάλλει το κινητό του τζιαι καλεί μιαν φωτογραφία. Εμφανίστην έναν αγγελούιν ντυμένον παρανυφφούα. Ο Μαυρής είδεν την κόρην του να μεγαλώννει που μιαν οθωνούαν τρεις επί τέσσερις πόντους. Όταν έφυεν που την Bangladesh η γεναίκα του ήταν αγγαστρωμένη.
— Zinnadunassay
— She is very beautiful είπα του.
Είδεν με μες τα μμάθκια τζιαι εγύρισεν το βλέμμαν του που την άλλην. Είδα την καρκιάν του να σφίγγει τζιαι το μμάτιν μου να γιεμώννει. Φαίνεται ότι ούτε οι Ινδοί άνδρες κλαίσιν.
— What’s your name?
Άρπαξεν την ευκαιρίαν του φτέρου τζιαι έπνιξεν την συγκίνησην. Εχαμογέλασεν
— Rafigul.
— Πόσα χρόνια είσαι στην Ελλάδα;
— Τρία χρόνια sir.
— Είναι καλά εδώ;
— Καλύτερα από Bangladesh. Αλλά στην Bangladesh είναι οικογένεια. Εδώ πολύ λεφτά. Διακόσια - πεντακόσια Ευρώ το μήνα.
— Σήμερα είχε καλή δουλειά;
— No sir. Good weather - good job. Bad weather - bad job.
Λογικό. Τα αρφάλια των γκόμενων ριούσιν άμαν κάμνει κρυάδαν. Τζιαι με δίχα γκόμενες, ποιου να πουλήσει ο άθρωπος τριανταφυλλόμορφα λαχανικά. Δείχνει μου την μάτσαν με τα ταλαιπωρημένα υποτιθέμενα άνθη.
— Σήμερα έμειναν όλα sir.
— Αύριο ο θεός είναι μεγάλος.
— Λεφτά no problem sir. Λεφτά σήμερα δεν έχει, αύριο έχει. Το πρόβλημα papers. Εγώ no papers.
— Έχω και γω κόρη ρε Rafigul. Είναι έξι χρονών. Έχει 5 μέρες να την δω και την πεθύμησα.
Ο σπλαχνικός χριστιανός εξύπνησεν μέσα μου. Αναστήθην η στετέ μου η Γριστινού τζιαι υπόβαλλεν στην συνείδηση μου «κάμε το καλόν τζιαι ρίξε το στον γιαλόν». Έξερεν τζιείνη ποτούτα. Την ζωήν της ούλλην έπαιξεν την στο χρηματιστήριον «ο παράδεισος». Εκέρδισεν την χαράν να πεθάνει. Έφκαλα 50 ευρώ τζι επλήρωσα τον.
— Στείλε τα στην Zinnadunassay.
Έμεινεν τζιαι εθώρεν με σαν τον παλαβόν. Αρέσκει μου να συχχίζω τους αθρώπους. Έφκαλεν το κινητόν του ξανά.
— Γράψε, λαλεί μου: 0030 694 30 90 κλπ. Άμα έχεις any problem, you call me. Ok?
— Ok. Γράψε και το δικό μου. Άμα έχεις real problem τηλεφώνησε μου. Εγω θα είμαι εκεί.
Η καθαρή καρκιά του Μαυρή επαράσυρεν με. Εξαργύρωσα τζιόλας το χρεόγραφον για την ύστατην κρίση τζιαι όι μόνον. Έκατσα τζιαι πας τον θρόνον του παντοδύναμου. Άκου «άμα έχεις πρόβλημα πραγματικό θα είμαι εκεί». Η έπαρση μου έκατσεν στο άψε σβήσε κάτω που το βάρος της ανημπορήας μου να ανταποκριθώ στον αίτημαν του δούλου του θεού Rafigul. Η εμπορική πολυμήχανη φύση του Rafigul έπιασεν στροφές. Εσκέφτηκεν ότι το μπαούλον που άννοιξεν μπορεί να έχει πολλά παραπάνω μέσα που τα 50 ευρώ.
— Sir! Ικετεύκει με με κάτι μμάθκια που εστάσσαν επιθυμίαν τζιαι όνειρον. Bigest problem paper. You give me paper, me see my daughter. Τώρα αν πάω θα με πιάσουν. Εσύ σώσεις με κύριε.
Εχαμογέλασα.
— Ρε Rafigul δεν είμαι θεός. Εδώ τον εαυτόν μου τζιαι δεν ξέρω πως να σώσω.
— Ok sir. Don’t understand, but no problem.
Εχαμογέλασεν πάλε τζιαι ετράβησεν τον δρόμον του. Εκατάλαβεν ότι δεν είμαι το πρόσωπον που θα του φκάλει χαρκιά.
Πέντε λεπτά πιο ύστερα ήρτεν πίσω. Άφηκεν μου έναν τριαντάφυλλον άσπρον.
— This is you sir.
— For you θέλεις να πεις.
— Yes. For you sir. From me.
Εξαναχαμογέλασεν, τζιαι εξανάφυεν. Στο καλό Rafigul τζαι έχω εμπιστοσύνη στην εμπορικήν πολυμήχανη σου φύση, τζιαι στην δύναμη του πόθου να δεις το μωρό σου. Ξέρω πως θα εύρεις τον τρόπο να τα καταφέρεις.
Έβαλα το λευκό τζιαι το κότσσινο τρίαντάφυλλο μες το ποτήρι που το νερόν τζι εσυνέχισα το τσίππουρον μου περιμένοντας την Ζωή την Αθηναία που θα έφτανε σε μερικά λεπτά με το μετρό.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
15 σχόλια:
Εδώ πολύ λεφτά. Διακόσια - πεντακόσια Ευρώ το μήνα.
Πολλά τα λεφτά για τον Rafigul.
Πολλά τα λεφτά, κι ας είναι -στην καλύτερη περίπτωση- 200 ολόκληρα Ευρώ κάτω από τον βασικό μισθό των 700 ευρώ που ισχύει για τους έλληνες πολίτες.
Και με αυτά τα χρήματα ο φίλος, θρέφει τον εαυτό του, πληρώνει κάποιο ενοίκιο, πιθανότατα για τον ίδιο χώρο με άλλους Μετανάστες, και στέλνει χρήματα στην οικογένεια του στη μακρινή πατρίδα του πασχίζοντας να τους δώσει μια αξιοπρεπή καθημερινότητα και έχοντας την καρδιά του να χτυπάει με την ανάσα της μικρής κόρης που καλά καλά δεν έχει δει.
Α...ναι...Οι έλληνες δημόσιοι υπάλληλοι δίνουν ιερό αγώνα για την διατήρηση των εργασιακών τους προνομίων.
14ος...μισθός, επιδόματα...άκουσον άκουσον..."έγκαιρης προσέλευσης στην εργασία"..."μεταφοράς φακέλων από το ένα γραφείο στο άλλο"...
Μου τα έλεγε στο τηλέφωνο μία φίλη χτες -αριστερή μάλιστα- σε κατάσταση έξαλλη: "Ο κόσμος χάνεται και αυτοί νοιάζονται μόνο για τα προνόμια τους που έτσι κι αλλιώς είναι απαράδεκτα"....
Α μωρέ Rafigul!
Πόσοι και πόσοι ελλην-αράδες δεν είναι σε θέση ούτε τα πόδια σου να σου πλύνουν-τέτοιοι ξεφτίλες που είναι οι..."απόγονοι -δήθεν- του Λεωνίδα" τρομάρα τους.
Προχώρα για τις γυναίκες σου, για το χαμόγελό τους. Και πρόσεχε, γιατί έχει γεμίσει ο τόπος φίδια.
Ιστορίες τέτοιες υπάρχουν πολλές! It's the way YOU look at it... που με συγκινεί!
Άχ ρε φίλε μου, πόσον καθαρά θωρείς.
Το κλειδίν του παραδείσου που ελάλουν προχτές, κρατείς το ρέ. Αρχίζει που τη συμπόνοια την αυθόρμητη, τζιήνη που δέν σου φεύκει ακόμα τζι όταν δείς μπροστά σου τα ανθρώπινα λάθη του άλλου.
Χαρκούμαι (που ελάλεν η γιαγιά η μεσαρκώτισσα) επάντρεψες ήδη τον άντρα-γυναίκα μέσα σου, τζιαι δέν ξέρω αν το εκατάλαβες πιλέ να σου φέρει παμόν.
Ο Θεός θα έσιει στα αγκάλια του την γιαγιά σου την Γριστινούν. Είμαι σίγουρη.
Εν πολλύς ο πόνος πάνω σε τούτην την γην. Αμμά αμα κάμνουμε ούλλοι που κάτι τις μαλαθκιανίσκει.
Εναν άσπρον τριαντάφυλλον για την καθαρήν καρκιάν.- : ))))
Απ΄'οτι λαλεί τζιο Διάσπορος: "Το κλειδίν του παραδείσου αρχίζει που τη συμπόνοια την αυθόρμητη, τζιήνη που δέν σου φεύκει ακόμα τζι όταν δείς μπροστά σου τα ανθρώπινα λάθη του άλλου". Τζιαι συμφωνώ απόλυτα. εν που μας που εξαρτάται. Πάντα!
Πόσοι που εμάς θα εκάθουνταν να συντύχουν με έναν μαυρή. Τζιαι να ακούασιν τον πόνο του τζιαι να του εδιούσαν έστω 1-2 ευρώ.
Εν σπουδαίο πράμαν η αθρωπιά.
Τζιαι η σπουδαιότητα γίνεται ακόμα πιο σημαντική άμαν εν είσαι σίουρος ( όπως τη γιαγιά την Γριστινού ) αν έσιει παράδεισο.
Μπορεί παράδεισος ναν τζείνον που εισπράττεις λλίο - λλίο κάθε φοράν που δείχνεις τη συμπόνια σου στον συνάνθρωπο σου.
Φίλε Aceras, ή φανταστική ή πραγματική η ιστορία σου ( αύριο μπορεί να μας πείς ότι εν τζιαι φανταστική ) θα έκαμνες ότι έκαμεν ο ήρωας της ιστορίας τζιαι θα το έκαμνες ειλικρινά. Αν ήταν που το σιέριν σου θα του έφκαλλες τζιαι χαρτιά.
Έτσι σε συγκόφκω.
Σιαιρετούμεν κόρες τζιαι κούροι. Δεν θα σχολιάσω, γράφει τα ούλλα μες το κείμενο.
Μόνο της Ίων να της πώ, πως αν ετόλμησεν ο θεός τζι έπιασεν την στετέ μου μες τ΄αγγάλια του θα έφαεν πάτσον. Την στετέ μου ούτε ο παππούς μου που την αρμάστην δεν ετόλμαν να ντζίσει, τόσον ήταν της νεκκλησιάς τζιαι ανακάτσιαν τους αδρώπους, όι ο θεός ο ξένος.
Εφαεν πάτσον, α, άρεσεν μου, εν πολλά καλόν. Η γιαγια η Γριστινού ηταν πάντα της εκκλησιάς, η στα γεράματα;
Τα αγκάλια του θεού είναι αλληγορικό. Εννοω την ηρεμία, τη γαλήνη, που έχει ένας άνθρωπος όταν έχει τάξη στη ζωή του και είναι σίγουρος για το κάθε τι. (΄οπως πιστεύω ηταν οι παππούδες μας)
Τούτον τον θεόν εννοώ τζιαι τούτην την αγκαλιάν, τζιαι όι τον τσαλαβούττην τον Δίαν που εγινετουν που ταύρος ως βροσιή να κάμει τα δικά του πάνω στη γη.
Που ήμουν μιτσιά, 8 -10 χρονών έπαιρνεν με η γιαγιά μου η Ιων η πρεσβύτερη στην Λάπηθο στην κουμέρα της τζια εμεινίσκαμεν λλίες μέρες. Εχω τες πιο ωραίες αναμνήσεις. Εναν μιτσίν όμορφον σπιτούιν ψηλά στο βουνον, που για να πάεις άφηνες τον δρόμο και περπατούσες ένα στενό μονοπάτι. Κάτω γκρεμμός, ούλλον βλάστησιν τζια πάνω βουνόν ολοπράσινον. Που την αυλήν εφαίνετουν η θάλασσα τζια ο κάμπος. Παράδεισος.
Εσυντυχανναν οι κουμέρες τζιαι εγώ εκάθουμουν στην καρεκλούαν στα πόθκια τους. Παναία μου κουμέρα ελάλεν η μια της άλλης. Τούτοι οι αδρώποι... Εν κουρκάρουν, με γιορτήν με καθημερινήν, με αν εν ποστάμενοι, με αν εν πναστοί.
Εγιώ κουμέρα, λαλεί η άλλη, λαλώ του πως έχω πονοτζιέφαλον, κάμνων πω πίννω τζιαι μιαν ασπιρίνην, τζιαι βκάλλω τον που την κκελλέν μου!!!
Επεράσάν αρκετά χρόνια να κατανοήσω την στιχομυθίνα των γιαγιάδων που τότε ήταν πενηνταπεντάρες περίπου.
Βλέπει ετρώαν τζιαι οι παππούδες τον πάτσον τους.
Μα αφού η στετέ ηταν της εκκλησιάς τότε ο θεός εν ηταν ξένος. Τζιαι σίγουρα ο θεός της γιαγιάς δεν ηταν ο Δίας ο τσαλαβούττης, που εγίνετουν για ταύρος, για βροσιή να κάμει τα δικά του, ο άτιμος.
ΙΩΝ = ανώνυμος 10.11
ενομισα ότι έχασα το κείμενον τζιαι έγραψα άλλον.
This rose IS you :)
Dokisisofi this rose δεν είμαι γω. Είναι το σέβας προς τον πόνο του άλλου (τζιαι όχι η λύπηση) τζιαι δεν το έφερα μαζί μου. Μου το εδώκαν άλλοι.
A rose is a rose is a rose, ... δεν κρύβεται...
Nai, alla i lanthanousa glwssa toy apodekti tou sevasmou, tin alithia tin diki mou kai tou kakomoutsounou eipe. Afto eniose ekeini tin wra. Afto eipe. Den einai dika mou logia.
τουτοι εν οι βρωμισμενοι που θελουν να διωξουν οι καλαμαραες.λενε εξω οι ξενοι απο την ελλαδα.θελουν να παττισουν αλοπως.
Δημοσίευση σχολίου