Εξεκίνησα να γράφω τες ιστορίες μου σε μια γλώσσαν που μπορούσα να χειριστώ. 15 χρόνια έξω τζαι χωρίς επαφήν με τη γλώσσαν που μου μάθαν στο σκολείον εξίχασα τα μισά. Τόσα χρόνια μακριά, εκατάληξα να σκέφτουμαι στην γλώσσα του τόπου που με φιλοξενεί. Να γράψω ελληνικά, ούτε λόγος. Είμαι ανίκανος να εκφραστώ άνετα, είναι σαν να μου ζητούν να κολυμπήσω σε λίμνην με γλυτζύν νερόν. Θα κουλιάσω τζαι να πάω πουκάτω.
Στην αρκήν ενόμισα ότι επειδή εμπόρια να μιλώ με τους δικούς μου άνετα, θα μπορούσα να γράφω στην κυπριακήν διάλεχτον το ίδιον άνετα. Εν όπως το μωρόν που θωρεί τον βιολονίσταν να παίζει τζαι νομίζει ότι αρκεί να πιάσεις το δοξάριν τζαι μόλις το τρίψεις πας τες χορδές θα φκάλει μουσικήν. Εδυσκολεύτηκα πολλά να εύρω έναν στυλ. Η απουσία κανόνων διά σου ελευθερίαν μεγάλην, μα η ελευθερία σε βάλλει μπροστά σε διλήμματα επιλογής. Αυθόρμητα τζαι σχεδόν ασυνείδητα ακολούθησα έναν δρόμον που μου εδίαν χαράν. Εξίθαφκα λέξεις τζαι εκφράσεις τζαι προσπάθουν να τες αναστήσω προσπαθώντας να μεν προδώσω τες πηγές. Εθκιάβασα τζαι ξαναθκιάβασα τον Λιασίδην, διάφορα κύπρια έπη, καμπόσα παραμύθκια όπως εκαταγράφτηκαν που διάφορους. Κυρίως άκουα την φωνήν της στετές μου τζαι του παππού μου, ιδίως της θκιάς μου της Χατζιήνας της τυφλής, ο θεός μακαρίσει την, που μου εσκάλισεν τζαι επότησεν την παιδικήν μου φαντασίαν με παραμύθκια, ιστορίες τζαι προπαντός με απέραντην καλοσύνην τζαι αγάπην. Γυρεύκοντας τες λέξεις τζαι τες φράσεις, εξανάζιουν τον παλιόν παράδεισον. Άκουα τες στετέες μου με τες ώρες, καθίμενος στο κατώβλιον της πόρτας εις τον νοσσιόν, καρτερώντας τον λίβαν να μας ιδροσίσει.
Το πρώτον γράψιμον εφκαιννεν όπως μιαν πέτραν απελέτζιιτην. Λλίον λλίον, γράψε τζαι ξαναγράψε, εκατάληγεν να μ΄αρέσκει. Άμαν οι ιστορίες εφτάσαν εις το σημείον να μ΄αρέσκουν αποφάσισα να τες βάλω σε αυτόν το μπλογκ. Τελειομανής δεν είμαι, άρα δεν με κόφτει τζαι πολλά αν έσιει τζαι πράματα που θα μπορούσαν να ξαναδουλευτούν καλλύττερα.
Τα 5 παραμύθκια που βρίσκετε στο μλόγκ εγραφτήκαν απ΄ευθείας στην κυπριακήν διάλεκτον. Οι εικόνες, τα συναισθήματα, οι χαραχτήρες ένει σκαλισμένα στα κυπριακά. Μπορεί να δυσκολεύτηκα λλίον να έβρω την λέξην που πρέπει αλλά πάντα στο τέλος κάτι έβρισκα.
Τα πράματα εσκουρέψαν μου λλίον με την τελευταίαν ιστορίαν που επεξεργάζουμαι τωρά. Γράφω τουτον το ποστ πέρκή έβρω λλίον ποκούμπην σε καμιάν συμβουλήν, ή στες ιδέες των αθρώπων που θκιαβάζουν τα γραφτά μου. Την τελευταίαν ιστορίαν λοιπόν, την έγραψα στα γαλλικά. Όπως ξέρω να χειρίζουμαι την λόγιαν γλώσσαν (πάντα σαν ένας ξένος φυσικά, αλλά έστω τζαι έτσι την χειρίζουμαι πολλά καλλύττερα που τα ελληνικά), η ιστορία έσιει έννοιες σύνθετες που προσωπικά μου έφαεν χρόνια τζαι χρόνια μελέτης τζαι σκέψης για να τες κτίσω. Βρίσκω κρίμαν να μεν προσπαθήσω να τες εκφράσω τζαι στην γλώσσαν μου. Εξεκίνησα να μεταφράσω την ιστορίαν αλλά το αποτέλεσμαν ήταν απογοητευτικόν. Η ιστορία έφκαιννεν αψυσιη, ανούσια, ανάλατη, φαίν με δίχα όξινον τζαι δίχα λάϊν. Κάτι περίπου σαν τα ευρωπαϊκα φαγιά σε κυπριακόν ξενοδοχείον. Έσσιησα την κόλλαν τζαι εξανάμετάφρασα την. Σείρου σειρόττερη. Αποφάσισα λοιπόν να μεν την μεταφράσω αλλά να την ξαναγράψω. Τζαι να μας στο πρόβλημαν. Ελείψαν οι λέξεις. Το λεξιλόγιον της στετές μου τζαι του παππού μου, όσον πλούσιον τζαι να ναι, δεν μου επιτρέπει να περιγράψω πράματα ή έννοιες που δεν υπήρχαν εις το περιβάλλον τους. Έσπασα για παράδειγμαν να περιγράψω την επικονίασην τζαι την γονιμοποίησην μιας ορχιδέας, δίχα να γράψω την λέξην επικονίαση τζαι γονιμοποίηση. Εν τα κατάφερα.
Έπιασα λοιπόν άλλην στρατηγικήν. Ότι λέξην δεν ιβρίσκω στην κυπριακήν, πιάννω μιαν που μου κάμνει που την δημοτικήν, που την λόγιαν, ακόμα τζαι που την καθαρεύουσαν, αλλά με έναν τζαι μόνον κριτήριον: να μ΄αρέσκει. Προτεραιότηταν έσιει μια λέξη ή έκφραση όπως θα την ελάλεν η στετέ μου, η μάνα μου, ο τζύρης μου, ο αρφός μου. Που τζιαμέ τζαι τζεί, πλήρης οππορτζιουνισμός: ότι μου κάμνει καλλύττερα.
Φκάλλει τελικά μιαν γλώσσαν που μοιάζει με τούτην του παρόντος ποστ. Να, για παράδειγμαν η στετέ μου πώς θα μπορούσεν να πει «του παρόντος ποστ»; Νομίζω η γλώσσα τούτη μοιάζει με την γλώσσαν που συντυχάννουμεν με τους φίλους μου στες ατέρμονες πολιτικές, κοινωνικές, ή αμπελοσοφικές συζητήσεις. Τελικά βρίσκω αυτήν την γλώσσαν πιο ζωντανήν, φυσικά πιο άνετην να γράψεις αυτόν που θέλεις, σε τελευταίαν ανάλυσην πιο φυσιολογικήν. Αυτή η τυχαία ατυχία με έκαμεν να προβληματιστώ τζαι για τες επόμενες ιστορίες. Αν το ξανασκευτείς, ο παππούς μου εν τζαι εν την γλώσσαν της στετές του που εμίλαν, εμίλαν την γλώσσαν την σύχρονην του. Το ίδιον τζαι με τα ρούχα. Τη μαυρανάφεντην την βράκαν εβούννησεν της να πά στα νάθθεμεν προς ώφελος του πιό σέξυ τζαι πιο πραχτικού παντελονιού.
Τί νομίζετε εσείς αν ιξαπολισω την βράκαν τζαι βάλω τζαι γω παντελόνιν; Εν απελευθέρωση οξά προδοσία; Μιλούμεν φυσικά για κυπριακής κατασκευής παντελόνιν, όϊ εξ Αθηνών!
Η επόμενη ιστορία: « Οι Ερωτες των υμενόφτερων». Χάτε τωρά πε Υμενόπτερα στην γλώσσαν τω βρακάων.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
15 σχόλια:
Αγαπητέ φίλε,
μακάρι να υπήρχαν πολλοί σαν τζιαι σένα που προσπαθούν να ξιτρυπώσουν κάθε φορά την σωστή λέξη προσπαθόντας να μήν μουσιήσουν την γλώσσα. Μην παραιτήσεις την προσπάθεια σου. Μέσα που τον κάματο σου ανεφάναν ως τωρά πέντε μαργαριτάρκα.
Όσο για το δίλημμα σου, νομίζω ότι η λύση που διάς στην αναζήτηση της σωστής λέξης ενν η πιο καλή. Εγιω νομίζω ότι τζιαμέ που μπορείς γίνε τζιαι λεξιπλέκτης. Μόνο που κάποιους σαν εσένα μπορεί να πλουτίσει η γλώσσα μας.
Όσο για την επικονίαση σκέφτηκα το βάτεμα αλλά μάλλον ενν διά το σωστό νόημα.
Νάσαι καλά τζιαι να αρκοντηνίσκεις το κόσμο με τα γραφτά σου
Η γλώσσα εν ένα περβόλι τζαι όπως το καλλιεργείς τζιαμέ τζαι ποτίζεις το, έρκουνται άλλοι σπόροι, ανεμοκουβάλητοι που γειτονικά περβόλια τζαι βλαστούν μέσα. Οι παραπάνω βουρούν να τους ξιμπαρρώσουν αλλά πολλές φορές βλαστούσιν ωραία πράματα. Κλάδεψε τα καινούρια φυτά, μπόλιαστα τζαι κάμε τα μέρος του περβολιού. Μπορεί να το ομορφήσουν στη τελική τζαι να πάρουν πάνω τους τζαι τα παλιά τα δεντρά που τες τζιαινούρκες μυρωθκιές τζαι να πολίσουν.
Ειμαι Μοραιτηs και βλεπω οι λεξειs που ακουσα στα πρωτα μου παραμυθια ,λεξειs που μαs μεγαλοσανε ' πανε περιπατο .Χαιρομαι τουs ανθρωπουs που εκφραζονται με λεξειs δικεs τουs....
Βέριτυ.. "...μπόλιαστα τζαι κάμε τα μέρος του περβολιού..."
Το μπόλιασμα σκεφτόμουν για την επικονίαση... υπό την έννοια της γονιμο-ποίησης.
Τζιαμέ που σου φκαίνει να φορίσεις παντελόνι, φόριστο. Την βράκαν δεν την ξεχάνεις, ούτε την προδώνεις, ούτε την αδικείς. Καταλάβει τζαι καρτέρα τη σειράν της. Ξέρει το πως εν γριά. Εσένα αγαπά σε πιότερο που ούλλους γιατί την κρατάς στη ζωή.
Φτάνει που κάτω που το παντελόνι έχεις κρυμμένη την βρακούα σου. Τα άλλα ούλα έν έχουν σημασία.
Χάτες καρτερώ την επόμενη ιστορία.
Οϊ παντελόνι να χαρείς. Ποτζίνα έσιει πολλα, τζιαι φαρδιά τζιαι στενά τζιαι κοντά τζιαι μακριά. Βράκες εν έσιει πολλές, τζιαι έχουμε τες ανάγκη.
Γράφεις όπως μιλώ με τους φίλους μου, σαν πίννουμε τζιαι λαλούμε πελλάρες που νομίζουμε ότι ενεν πελλάρες. Τζιαι τούτο κάμνει σε πιο προσιτό, σε εμένα τουλάχιστον.
Βράκα all the way που λαλου΄ν τζιαι στο χωρκό μου καλό.
Αγαπητέ Γιώργο, μεν φοάσαι τζαι την κυπριακήν δεν θα την ιξαπολύσω για τον απλόν λόγον ότι την γουστάρω τζαι κάμνω χάζιν μαζύν της, όπως κάμνετε χάζιν όταν λαλείτε "πελλάρες" με τους φίλους στα μπαράκια τζαι στες μπυραρίες. Επειδή αυτές οι "πελλάρες" θα μας μείνουν, ας τες πούμεν με την καρκιάν μας. Επωφελούμαι να σου πώ ότι αυτά που γράφεις αρέσκουν μου, τζαι αν καμία φοράν έρτω Κύπρον, θα σε συναντούσα ευχαρίστως στη χώραν να κόψουμεν καμιάν πελλάραν μαζύν.
Εξαιρετική ιδέα:)
Για σου σε ανακάλυψα πριν λίγες μέρες και δεν φαντάζεσε πόσο χάρηκα. Από την Κύπρο λείπω 30 χρόνια, μπορεί να μιλώ τα Κυπριακά όταν βρίσκομαι στη Κύπρο και με τα αδέλφια μου στο τηλέφωνο, αλλά δεν τα έχω γράψει ποτέ.Οπότε ας αρκεστώ στα Ελληνικά, στο μέλλον θα προσπαθήσω τα κυπριακά. Διαβάζοντας τις ιστορίες γύρισα πολλά χρόνια πίσω ,ωραία χρόνια,Σταματώ εδώ υπόσχομαι όταν σου ξαναγάψω θα είναι στη γλώσσα μας .ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
Αγαπητή Νοσταλγία τζαι τα ελληνικά καλά είναι. Είναι ζήτημαν άνεσης. Εγώ γράφοντας ιστορίες, λλίον λλίον εσυνήθησα την κυπριακή διάλεκτον.
Τζαί γώ στο εξωτερικόν μεινίσκω εδώ τζαι 15 χρόνια. Δακάτω στην Ελβετίαν οι γερμανοελβετοί μηλούν μιαν διάλεκτον που έχει την ίδιαν περιπου απόστασην που τα γερμάνικά όσην έχουν τα κυπριακά που τα ελληνικά. Με την διαφορά ότι, η τηλεόραση, τα ράδια, οι πολιτικές συζητήσεις στη βουλή, λέγονται στην διάλεκτο. Δεν υπάρχει αυτόν το κκόμπλεξ που έχουμεν εμείς οι κυπραίοι να αντρεπούμαστιν να χρησιμοποιήσουμεν την καθομηλουμένην τζαι στον γραπτόν η τον επίσημον λόγον. Ο κάθε λαός φυσικά με τη ιστορίαν τζαι τες συνήθειες του.
Τζείνον που με λυπεί λλίον είναι που μερικοί παίρνουν όσους γράφουν στην διάλεκτον για γραφικούς, κάτι σαν κυπριώτικον σκετς, ή πελλάρες που ελάλεν ο Παπαμαρκίδης τζαι η Κακουράτου για να γελά ο κόσμος.
Καλησπέρα Ασέρα εγιώ οι μόνες πελλάρες που θωρώ εν τούς Κυπραίους ,που έρκουνται στην Ελλάδα διακοπές δεκαπέντε μέρες τσιαί στρέφουνται πίσω τσιαί συντιχάνουν τα καλαμαρίστικα φαρσί.
Χόρκα που άμα πααίνω εγιώ στην Κύπρο έρκουνται τσιαί αρκέφκουμου τα ελληνικουρίστικα, ότσιε ο άντρας μου που εν καλαμαράς καταλαβαίνει τα κυπριακά τσιαί λαλεί τους το.Άλλο θέμα τωρά άμα πετάξει κανένα κυπρακό ο καλαμαράς φυρνούμαστε που τα γέλια.Όταν είμαι Κύπρο δεν αφήνω καμιά κυπριακή σειρά στη τηλεόραση που να μέ ν την δω ,εννοείται νάναι στη Κυπριακή γλώσσα.Καληνύκτα
Σημερα σε βρήκα,
Ευχαριστώ!
Για την γονιμοποίησην εσκέφτηκα το αγκάστρωμαν.
Αγαπητέ Παραπάνο (δεν έχεις σχέση με τους παραπάνους που τα σπήλια;) η ιστορία ετέλειωσεν τζαι εδημοσιεύτην εις τον Πολίτην κάπου μέσα στον Ιούνιο. Θα την βάλω και στο μπλογκ. Προσπαθώ να έβρω χρόνο να την κάμω θκιαβαστήν.
Τί να πω; Υποκλείνουμαι μπροστά στο δικό σου πάθος για την διάλεκτο.
Ελπίζω τζι εγιώ να αξιωθώ να την μελετήσω όσον θέλω τζαι να απαλλαχτώ που τα εγγλέζικα που πετάσσω ποτζεί τζαι πουποδά για ευκολίαν.
Δημοσίευση σχολίου